
Ντροπή, ντροπή και ενοχή. Και μια κρυφή οργή.
Πολύ άσχημα συναισθήματα γεννάει η εικόνα ανθρώπων ξαπλωμένων, χύμα, στα μάρμαρα του Συντάγματος.
Περνάω μπροστά τους πηγαίνοντας στη δουλειά μου, περνάω μπροστά τους γυρνώντας στο σπίτι, περνάω μπροστά τους πηγαίνοντας βόλτα ή σινεμά.
Δουλειά, σπίτι, βόλτα, σινεμά.
Εγώ τα έχω, εκείνοι όχι.
Γι’ αυτό εγώ έχω ντροπή και ενοχές, εκείνοι έχουν μόνο τον εαυτό τους και την αξιοπρέπειά τους.
Χτες, Κυριακή, όλη μέρα τους σκεφτόμουν. Και σκεφτόμουν κι εσένα, Βούλα*. Που είχες δώσει την ψυχή σου (το χρόνο σου, την έγνοια σου, τη φροντίδα σου) για τους Κούρδους πρόσφυγες, εκεί στο Λαύριο. Αργά το βράδυ, δεν άντεξα, δεν με χώραγε πια το σπίτι, έφτιαξα ένα μεγάλο καζάνι φακές, έβαλα και πλιγούρι μέσα, να γίνει πιο χορταστικό το φαΐ, έβαλα σε ένα σακβουαγιάζ ρούχα χοντρά, μάλλινα γάντια, κασκόλ -αφού δεν τα φοράμε έτσι κι αλλιώς- έβαλα κι εκείνο το μάλλινο λαδί παλτό που μου είχες ράψει πριν χρόνια και το ανεβοκατέβαζα τιμής ένεκεν, δεν το φοράω πια, έβαλα και τα ζεστά κόκκινα ζακετάκια που είχες πλέξει για τα παιδιά -μεγάλωσαν πια, δεν τους κάνουν, τα κράταγα για την ανάμνησή σου μόνο- πήρα τηλέφωνο και μια φίλη να με βοηθήσει, κι ανέβηκα στο Σύνταγμα…
Γυρνώντας σπίτι, τα είπα στη μάνα μου, δεν είχα προλάβει να την ειδοποιήσω, βούρκωσε και μου ‘πε «πάρε κι άλλα, τόσες κουβέρτες, τόσα ρούχα, τι να τα κάνω πια;»
………….
Σήμερα που πέρασα πάλι, οι άνθρωποι είχαν τα στόματα σφραγισμένα με ταινία, άρχισαν απεργία πείνας, και σκέφτηκα, μακάρι εκείνο το πιάτο φακές που έφαγαν, να ‘ταν αρκετά νόστιμο και χορταστικό…

Η μάνα μου σήμερα, μου έστειλε τούτο το ποίημά της:
Ο Σείριος, ένας αστερισμός με πολλά μυστικά, απέχει από τη γη 8,7 έτη φωτός,
κι όμως , απ αυτόν τον απόμακρο κόσμο, ήρθαν κάτι περίεργα όντα,
ίδια με μας, ίδια με τις γήινες γυναίκες, αλλά με σφραγισμένο στόμα,
με λιπόθυμα μωρά στην αγκαλιά, με στήθη αδειανά, με μάτια αδειανά,
με χέρια αδειανά, και ξάπλωσαν, κατάχαμα, στην Πλατεία Συντάγματος…
εδώ δίπλα μας!
Προσέξτε, άνθρωποι, μην τις πατάτε, είναι ίδιες με μας, με τις μανάδες μας,
με τις αδερφές μας, με τις κόρες, τις εγγονές μας, και πεινάνε και κρυώνουν…
Κι απόψε θα βρέξει…
————————————————————————————————
*Βούλα Μανή, αιωνία της η μνήμη.
Μου αρέσει αυτό:
Μου αρέσει! Φόρτωση...