Το Φιστίκι

ηλε-περιοδικό ευτράπελης ύλης, φωταδιστικό και κουλτουριάρικο

Archive for Αύγουστος 2014

Επιστολή των εθελοντών του «Χωριού του Όλοι μαζί»

Posted by tofistiki στο 23/08/2014

Ενώ καθημερινά το Αιγαίο γίνεται τάφος αθώων, κάποιοι εθελοντές με πολύ προσωπικό κόπο και κόστος, προσπαθούν να κάνουν αυτό που θα έπρεπε, αλλά αρνείται να κάνει, η επίσημη Πολιτεία. Η οποία όχι μόνο δεν τους βοηθά, αλλά μοιάζει να επαναπαύεται κιόλας (όπως γίνεται πολύ συχνά με παρόμοια εγχειρήματα τελευταίως). Διαβάστε τι αντιμετωπίζουν, στην παρακάτω επιστολή που απευθύνουν στους αρμοδίους. Σχετικό Δελτίο Τύπου για την κατάσταση στο κέντρο κράτησης της Μόριας, εδώ: “What if it was your child?”
 

ΠΡΟΣ

ΛΙΜΕΝΑΡΧΗ ΜΥΤΙΛΗΝΗΣ
ΑΣΤΥΝΟΜΙΚΟ ΔΙΕΥΘΥΝΤΗ-ΔΙΟΙΚΗΤΗ ΑΣΦΑΛΕΙΑΣ ΜΥΤΙΛΗΝΗΣ

ΚΟΙΝΟΠΟΙΗΣΗ:

ΥΠΑΤΗ ΑΡΜΟΣΤΕΙΑ ΤΟΥ ΟΗΕ.
ΓΙΑΤΡΟΙ ΤΟΥ ΚΟΣΜΟΥ
ΥΠΗΡΕΣΙΑ ΠΡΩΤΗΣ ΥΠΟΔΟΧΗΣ- ΥΠΟΥΡΓΕΙΟ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑΣ ΤΟΥ ΠΟΛΙΤΗ

Θέμα: Λειτουργία ΠΙΚΠΑ

Γνωρίζετε ότι από τον Ιούλιο του 2014 εώς σήμερα φιλοξενήθηκαν στο ΠΙΚΠΑ πάνω από 1.300 νεοαφιχθέντες, πρόσφυγες στην πλειοψηφία τους.

Έχουμε διαπιστώσει ότι παρά τις συνεχείς οχλήσεις μας στις υπηρεσίες ευθύνης σας, εξακολουθείτε να μεταφέρετε κόσμο στο ΠΙΚΠΑ χωρίς να φροντίζετε η παραμονή τους εκεί να μην ξεπερνά την μία μέρα, κάτι που έχει τεθεί εξαρχής ως προυπόθεση για την μεταφορά νεοαφιχθέντων στο ΠΙΚΠΑ και χωρίς να τηρείται το μέγιστο όριο χωρητικότητας του ΠΙΚΠΑ που είναι 80 άτομα.

Σήμερα βρίσκονται εκεί ξανά πάνω από 80 άτομα ενώ για έννατη κατά σειρά μέρα εξακολουθούν να παραμένουν στο ΠΙΚΠΑ 53 Αφγανοί, οικογένειες με μικρά παιδιά, ανήλικοι, και κάποιοι ηλικιωμένοι.

Όπως όλοι οι προηγούμενοι έτσι και αυτοί ήρθαν κατευθείαν από το λιμάνι χωρίς να τους έχει εξετάσει γιατρός και καλούμαστε εμείς, απλοί εθελοντές, χωρίς ιατρικές γνώσεις, να διαπιστώσουμε ποιοι είναι άρρωστοι και χρήζουν ιατρική περίθαλψη,ενώ επιβαρύνεται το ΕΚΑΒ για την μεταφορά τους στο νοσοκομείο.

Το μόνο που παρέχεται στους νεοαφιχθέντες από τις αρχές στο ΠΙΚΠΑ είναι το φαγητό τους (μέσα από πολλές αδυναμίες συντονισμού) και από κει και πέρα δεν διατίθεται για πολλές ημέρες κανένα απαραίτητο είδος ατομικής υγιεινής. Αναγκαζόμαστε λοιπόν εμείς ως εθελοντές να καλύψουμε αυτές τις ανάγκες χωρίς να διαθέτουμε το ανθρώπινο δυναμικό και τα είδη που χρειάζονται.

Το κυριότερο όμως είναι ότι όταν αναγκαστήκαμε να δεχτούμε τόσο μεγάλη καθημερινή προσέλευση ανθρώπων στο ΠΙΚΠΑ, αναμέναμε από τις αρχές να φροντίσουν ώστε να γίνονται καθημερινές απελευθερώσεις από την Μόρια ώστε να μπορέσει να αποσυμφορηθεί η κατάσταση πράγμα το οποίο δεν γίνεται με αποτέλεσμα να επιβαρύνεται η λειτουργία του ΠΙΚΠΑ και να πέφτει δυσανάλογο βάρος στις πλάτες των εθελοντών και αλληλέγγυων πολιτών.

Σας ξανακάνουμε λοιπόν γνωστές τις θέσεις μας και αναμένουμε άμεσα τις ενέργειές σας:
• Η παραμονή των νεοαφιχθέντων στο ΠΙΚΠΑ δεν μπορεί να ξεπερνά την μία ημέρα και αφού έχει γίνει ο απαραίτητος ιατρικός έλεγχος.
• Ο αριθμός των νεοαφιχθέντων δεν μπορεί να ξεπερνά τα 80 άτομα μέσα στο ΠΙΚΠΑ.
• Θα πρέπει να υπάρχει μέριμνα για την καθαριότητα του χώρου( έγκαιρη ενημέρωση για το ποιοι μεταφέρονται στην Μόρια ώστε να έχουν καθαρίσει τον χώρο τους πριν αποχωρήσουν, άδειασμα των κάδων σκουπιδιών, ταχτική απεντόμωση – απολύμανση).
• Θα πρέπει να υπάρχει μέριμνα για συχνό και τακτικό άδειασμα του βόθρου.
• Υπάρχει η δυνατότητα και θα πρέπει να την λάβετε σοβαρά υπόψη σας, όλοι οι αυτοί οι άνθρωποι που παραμένουν στο ΠΙΚΠΑ να απελευθερώνονται απευθείας από το ΠΙΚΠΑ χωρίς να μεταφέρονται στον χώρο κράτησης, κάτι που έχει γίνει και στο παρελθόν και αποδείχθηκε πολύ αποτελεσματικό.

Τέλος, πληροφορηθήκαμε ότι οι 37 περίπου ανήλικοι που κρατούνταν στη Μόρια για πάνω από 20 ημέρες μεταφέρθηκαν με το πλοίο Αθήνα συνοδευόμενοι από αστυνομικούς. Θέλουμε να μας πληροφορήσετε που έχουν μεταφερθεί και αν υπάρχει κατάλληλος χώρος για να φιλοξενηθούν, που προφανώς ΔΕΝ μπορεί να είναι η Αμυγδαλέζα.

Περιμένουμε άμεσα τις απαντήσεις και τις ενέργειές σας στα θέματα που σας έχουν τεθεί.

Δίκτυο εθελοντών,

Το Χωριό του Όλοι Μαζί

Posted in Αριστερά - κινήματα, Επικαιρότητα, Τσ’ Μυτ’λήν’ς, μετανάστες, πρόσφυγες | Με ετικέτα: , , , , , | Leave a Comment »

Έφυγε ο Δημήτρης Σύριγγας

Posted by tofistiki στο 10/08/2014

Πολύ στενάχωρο μαντάτο είχαμε την Παρασκευή… Ο Δημήτρης ο Σύριγγας, που τον γνώρισα μέσω της αδερφής του, της Αργυρώς, έφυγε έξαφνα και εντελώς απρόοπτα από τη ζωή, σε ηλικία μόλις 58 ετών. Οι φίλοι του θα τον θυμούνται πάντα, για την ευγένεια του χαρακτήρα του και την ευρύτητα των γνώσεών του. Τώρα που το σκέφτομαι, αυτά τα δύο του χαρακτηριστικά, μου θύμιζαν πολύ τον πατέρα μου.
Θερμά συλλυπητήρια και κουράγιο, στους δικούς του ανθρώπους… 
Αναδημοσιεύω την αναγγελία του θανάτου του από τη σελίδα της Ριζοσπαστικής Αριστερής Κίνησης Παλαιού Φαλήρου, ενώ σχετικά έγραψε και η Αυγή.

Έφυγε ο Δημήτρης Σύριγγας – ο δικός μας άνθρωπος

10491103_660282094063648_6940592645930900442_n

Στο πένθος βύθισε την οικογένεια, τους φίλους και τους συντρόφους του ο αιφνίδιος θάνατος του Δημήτρη Σύριγγα, που έφυγε την Παρασκευή σε ηλικία μόλις 58 ετών.

Σημαντικός οικονομολόγος, ξεχωριστός άνθρωπος, σπουδαίος φίλος και πολύτιμος σύντροφος, ο Δημήτρης συνέδεσε ολόκληρη τη ζωή του με την Ανανεωτική και Ριζοσπαστική Αριστερά.

Μέλος του Ρήγα Φεραίου και του ΚΚΕ – Εσωτερικού από το 1974, ήταν από τα ιδρυτικά μέλη του Πολιτιστικού Συλλόγου Παλαιού Φαλήρου και εκδότης της εφημερίδας «Διάλογος».

Μέλος του Συνασπισμού από το 1989 (μετέπειτα ΣΥΡΙΖΑ) ως τα σήμερα, όπου και στήριξε ενεργά με συνέπεια και ανιδιοτέλεια τη νεογέννητη προσπάθεια της «Ριζοσπαστικής Αριστερής Κίνησης» Παλαιού Φαλήρου, μέχρι και την τελευταία στιγμή.

Η κηδεία του θα γίνει τη Δευτέρα, 11 Αυγούστου και ώρα 18.00, στο νεκροταφείο του Παλαιού Φαλήρου.

Στη μνήμη του, αντί για στεφάνια, η οικογένεια του επιθυμεί τα χρήματα να δοθούν είτε για το συσσίτιο των απόρων Παλαιού Φαλήρου, είτε για φάρμακα για τον λαό της Γάζας. Στην κηδεία θα υπάρχουν σημεία για τη συλλογή των χρημάτων.

——————————————————————————————-

Σημείωση: Ο μεγάλος αδερφός του Δημήτρη και της Αργυρώς, ήταν ο πρόωρα αδικοχαμένος Νίκος Σύριγγας, που είναι γνωστός -εκτός των άλλων- και για το πολύ σημαντικό αρχείο του, διαβάστε περισσότερα εδώ:  «Τo αρχείο Σύριγγα» 
 

 

Posted in Αριστερά - κινήματα | Με ετικέτα: , , , , | 2 Σχόλια »

4η Αυγούστου 1952

Posted by tofistiki στο 04/08/2014

Σαν σήμερα το 2011, είχα αναρτήσει ένα απόσπασμα από το ανέκδοτο αυτοβιογραφικό έργο του Δημήτρη Σαραντάκου με τίτλο “Επτά ευτυχισμένα καλοκαίρια”, στο οποίο περιγράφει πολύ γλαφυρά και νοσταλγικά πώς γνώρισε τον έρωτα της ζωής του, την Κική, στις 4 Αυγούστου του 1952. Στο τέλος, έκανα μια ευχή που δυστυχώς δεν βγήκε. Σήμερα, δημοσιεύω τη συνέχεια του κειμένου.

Το τέταρτο Καλοκαίρι (1952)

Το καλοκαίρι αυτό ήταν το τελευταίο της σύντομης ανάπαυλας ανάμεσα στον Εμφύλιο, που είχε τελειώσει πριν δυόμισι χρόνια και στα Πέτρινα Χρόνια του αυταρχισμού και της μισαλλοδοξίας που έρχονταν. Τώρα η Ελλάδα αποκαμωμένη έγλειφε τις πληγές της. Τα πράματα ησύχαζαν σιγά σιγά, αλλά η πολιτική των νικητών κρατούσε τον κόσμο χωρισμένο στα δυό. Ήταν περίεργη η στάση τους αυτή. Χωρίς αμφιβολία είχαν νικήσει στα πεδία των μαχών και στον πολιτικό τομέα. Θεωρητικά, ήταν οι κυρίαρχοι του παιχνιδιού και όμως ήταν τρομαγμένοι. Θα έλεγε κανείς ότι φοβόντουσαν τους νικημένους. Λίγους μήνες πιο μπροστά τουφέκισαν τον Μπελογιάννη και τους άλλους, η Αριστερά όμως ξαναγεννήθηκε από τις στάχτες του εμφυλίου πολέμου. Κυβερνούσαν ακόμα ο Πλαστήρας, ο Βενιζέλος και ο Παπανδρέου, ο κόσμος όμως είχε απογοητευτεί μαζί τους. Ιδρύθηκε και στέριωσε η ΕΔΑ. Εκείνο το χρόνο ο Παπάγος θα κέρδιζε τις εκλογές. Εκείνο το καλοκαίρι οι Αιγύπτιοι θα διώχναν τον Φαρούκ, στη Γουατεμάλα θα ανατρεπόταν ο Άρμπεντς και στη Κορέα ο πόλεμος θα βάλτωνε.
Για μένα το καλοκαίρι αυτό κύλησε ήσυχα. Χωρίς μεγάλα ταξίδια, έκτακτα γεγονότα ή σπουδαία γλέντια, επικεντρώνεται σε μιαν απλή εκδρομή, που άλλαξε όμως τη ζωή μου.

Δεν ξέρω τι ζητούσες, πριν με βρεις
κι εγώ τι γύρευα, σαν ακολούθησα το
κάλεσμά σου.
Το καθοριστικό και το θαυμάσιο
είναι ότι με βρήκες και σε βρήκα!*

Το βράδυ, στο συνοπτικό ημερολόγιο που κρατούσα, σημείωσα:
“Μια μέρα σταθμός. Γνώρισα μια κοπέλα που μου κάνει. Τη λένε Κική. Μάτια που δεν τα ξεχνάς εύκολα. Γράφει ποιήματα και θέλει να σπουδάσει χημικός. (Πιστεύω στον κεραυνοβόλο έρωτα!)”. […]

Με τα παραπάνω λόγια, τέλειωνε η ανάρτηση του 2011, ακολουθεί τώρα η συνέχεια του κεφαλαίου:

Όλη τη νύχτα δε μου κόλλαγε ύπνος. Επηρεασμένος κι από το φεγγάρι, που σε λίγο θα γινόταν πανσέληνος, τη συλλογιζόμουν διαρκώς. Ήθελα να την ξαναδώ, αλλά δεν μπορούσα να σκεφτώ τι θα γινόταν παραπέρα. Φοβόμουν μήπως τα κάνω πάλι θάλασσα. Παρά τη φαινομενική ζωηράδα μου, στις σχέσεις μου με το άλλο φύλο ήμουν γενικά αδέξιος και ουσιαστικά άτολμος. Μπορεί δεκαπέντε χρονών να φίλησα για πρώτη φορά κορίτσι, τη γλυκιά εκείνη Αγλαΐτσα, αλλά ήταν το μοναδικό. Δεν υπήρξε συνέχεια και από το νησί έφυγα παρθένος και ερωτευμένος με την πρώτη μου αγάπη. Ξαναθυμήθηκα τα βάσανα της ερωτικής μου απογοήτευσης, που άργησαν πολύ να επουλωθούν και έτρεμα στην προοπτική μιας επανάληψης.

Στο χρόνο που πέρασε μπορεί να ρίχτηκα με τα μούτρα στις γυναίκες, αλλά μόνο σαρκικά, γιατί απέφευγα την παραμικρή συναισθηματική εμπλοκή μαζί τους. Ως τη χτεσινή μέρα δεν ένοιωθα έτοιμος να βάλω άλλο κορίτσι στο βάθρο, από το οποίο κατέβηκε μόνη της η παλιά μου αγάπη. Οπωσδήποτε είχα συνέλθει από την ερωτική μου απογοήτευση. Για μένα είχε κλείσει οριστικά αυτή η ιστορία,  αλλά αισθανόμουν κενό μέσα μου και ζούσα σε μια κατάσταση απροσδιόριστης ερωτικής αναμονής και προσδοκίας. Το ποίημα του Ουράνη ανταποκρινόταν στα συναισθήματα που ένοιωθα τότε. Καρτερούσα με τα μάτια στυλωμένα στους νεκρούς δρόμους, περιμένοντας να φανεί η αγάπη. Δεν είχα πάψει να ελπίζω πως κάποτε θα συναντούσα τη γυναίκα που περίμενα, το κορίτσι, που, κατά κάποιον τρόπο, μου το χρωστούσε η ζωή.

Είχα τότε γράψει ένα ποίημα μ΄ αυτό το θέμα:

Πιστεύω ακράδαντα πως θα ΄ρθεις κάποια μέρα.
Δεν ξέρω αν θα ΄ναι αύριο ή του χρόνου
ένα μονάχα ξέρω, πως θα΄ρθείς

Ίσως να σε γνωρίσω στο εργαστήριο
σφιγμένη μεσ΄στην μπλούζα να δουλεύεις
και δοκιμαστικούς σωλήνες να κρατάς.

Ίσως σε δω στο δρόμο σαστισμένη
απ΄την κοσμοπλημμύρα της βραδιάς
από τα φώτα κι από τους θορύβους.

Δεν αποκλείεται και να σ΄ αντικρίσω
μιαν ώρα ταραγμένη και θολή
σε ταραχές ή σε συλλαλητήρια,
μέσα στις φασαρίες και στις φωνές….

Δεν έχει σημασία πού θα σε βρω.
Ξέρω μονάχα πως θα σε γνωρίσω,
όπως και μ΄όποιαν όψη κι αν σε δω.

Θα ΄ναι το βλέμμα σου γεμάτο καλοσύνη
και θα ΄χεις ένα γέλιο παιδικό.
Ίσως να ΄χεις κοτσίδες τα μαλλιά,
που κάποτε θα σκύψω να φιλήσω.

Τα χέρια σου θα ΄ναι μικρούλια και ζεστά
και μέσα στα δικά μου θα τρυπώνουν.
Ξέρω πως θα ΄ναι το κορμί σου λυγερό,
όπως της Λυγερής των τραγουδιών μας…

(η συνέχεια έχει χαθεί)

Πριν ξεκινήσουμε για τη Σουβάλα είχα δει ένα θαυμάσιο σουηδικό φιλμ, ενός καινούργιου, άγνωστου, σκηνοθέτη, του Ίγκμαρ Μπέργκμαν, το “χόρεψε ένα καλοκαίρι” που με μάγεψε. Διάβασα επίσης την “Ανθρώπινη Δουλεία” του Σόμερσετ Μωμ, ένα βιβλίο που μου άρεσε πολύ, γιατί μιλούσε για έναν άτυχο βασανιστικό έρωτα, που μονάχα όταν ο νεαρός συνάντησε το κορίτσι που του ταίριαζε, γιατρεύτηκε οριστικά. Θα ήμουν κι εγώ το ίδιο τυχερός; Δε θα άντεχα να δευτερώσει το κακό. Αν δε συναντούσα το κορίτσι που περίμενα, φοβόμουν πως θα καταντούσα κυνικός και πεζός, όπως ήταν ήδη πολλοί συνομήλικοί μου.

Το πρωί την άλλη μέρα η Κική με την Ολυμπία και την Ξανθίππη, ξανάρθαν στον κολπίσκο για μπάνιο. Αυτή τη φορά ανοιχτήκαμε οι δυο μας πολύ βαθιά και κουβεντιάσαμε πολλήν ώρα. Δεν την ακούμπησα καθόλου, ούτε καν τυχαίως. Φοβόμουν μην την τρομάξω και τη χάσω. Κανονίσαμε πάντως να ξαναβρεθούμε το βράδυ, που είχε εσπερινό στο εκκλησάκι του Αη Γιάννη. Όπως μού ΄πε ήταν ορφανή από πατέρα κι όπως μ΄ άφησε να καταλάβω η μητέρα της ήταν πολύ αυστηρή και υπερπροστατευτική. Οι δουλειές της στο σπίτι, στην Αίγινα, την είχαν εμποδίσει  να παραθερίσει κι αυτή στη Σουβάλα (ευτυχώς, σκέφτηκα) αλλά την είχε υπό τη συνοδεία και την αυστηρή επιτήρηση δύο θειάδων της, που επί πλέον ήταν θρήσκες ή μάλλον θρησκόληπτες και την έσερναν μαζί τους σε λειτουργίες, εσπερινούς, ακόμα και σε όρθρους και αγρύπνιες.

Από τότε άρχισα να κάνω νερά, όσον αφορά τη συμμετοχή μου στη ζωή της  παρέας.  Άφηνα τους άλλους τρεις να πηγαίνουν μόνοι τους πεζοπορία ως το γειτονικό χωριουδάκι, ή να σκαρφαλώνουν στο βουνό ή ακόμα πιο κατακριτέο, να τα πίνουν στο μαγέρικο του Πετρίτη κι εγώ έτρεχα στα ξωκκλήσια, που αφθονούσαν στην περιοχή. Βέβαια η μικρή χωρητικότητά των ναϊδρίων αυτών επέτρεπε την είσοδο μόνο στα ευλαβέστερα από τα μέλη του εκκλησιάσματος. Οι λοιποί παρακολουθούσαμε την ιεροτελεστία απ’ έξω, μέσα στην ευωδία των πεύκων και των θυμαριών και στο μαγικό μούχρωμα της καλοκαιρινής βραδιάς.

Σε μια τέτοια βραδινή τελετή, τη δεύτερη μέρα της γνωριμίας μας, επωφεληθήκαμε από την προσήλωση των θειάδων στην ιεροτελεστία και καθίσαμε στα βράχια της ακτής κουβεντιάζοντας. Σουρούπωνε. Από τα απέναντι βουνά της Αττικής πρόβαλε η πανσέληνος, τόσο μεγάλη που έμοιαζε ψεύτικη. Ήτανε σχεδόν πορτοκαλιά, σαν τον ήλιο που μόλις είχε βασιλέψει στην άλλη άκρη του ορίζοντα, πίσω από τα βουνά της Κορινθίας. Η Κική, πιο ενήμερη στα θρησκευτικά δρώμενα από μένα, που, τα τελευταία δέκα χρόνια, στις εκκλησίες έμπαινα αποκλειστικά και μόνο για κοινωνικούς λόγους (γάμους, βαφτίσια, μνημόσυνα και κηδείες), με πληροφόρησε ότι οι επιτηρήτριές της είχανε δώσει στον παπά μακρύ κατάλογο με ονόματα πεθαμένων συγγενών τους να τα μνημονέψει και δε θά ΄βγαιναν από το εκκλησάκι αν πρώτα δεν τα άκουγαν, δηλαδή σε μιαν ώρα τουλάχιστον. Μου εξήγησε επίσης ότι η συχνότητα του μεσαιωνικού ονόματος Νεκτάριος οφειλόταν σ΄ έναν τοπικό άγιο, που μόνασε στο νησί στις αρχές του αιώνα.

“Είναι ο μόνος άγιος που έχουμε φωτογραφίες του” μου είπε γελώντας
Με υπόκρουση τη φωνή του παπά, που έλεγε συνεχώς και μονότονα

….Σπυρίδωνος, Ελένης, Πηνελόπης, Μαρίας και των τέκνων, Γεωργίου, Διονυσίου, Μαρδικούλας…..

κουβεντιάσαμε για χίλια δυο θέματα, σα να γνωριζόμασταν από χρόνια. Μια θερμή αίσθηση οικειότητας μας τύλιξε.

“Δεν έχω τι να σου δώσω για να θυμάσαι τη γνωριμία μας” της λέω, “γιαυτό θα σου χαρίσω εκείνο το αστέρι” και της έδειξα τον Αποσπερίτη, που έγερνε να βασιλέψει στη Δύση. Ήταν το μόνο άστρο που δεν είχε σκεπάσει το ασήμι της φεγγαράδας. Με μεγάλο χτυποκάρδι τόλμησα να της πιάσω το χέρι. Σαν ακούμπησα την  παλάμη μου στη ράχη του χεριού  της ήταν σα να πέρασε ηλεκτρικό ρεύμα από τον έναν στον άλλον. Ένοιωθα σα να ζούσα σε μια μαγεία. Αν με ρωτούσε κανείς εκείνη την ώρα πόσα δάχτυλά της κρατούσα στο χέρι μου δε θα μπορούσα να του πω ακριβή αριθμό. Η κουβέντα μαζί της μ΄ ευχαριστούσε. Μιλούσε ωραία κι είχε την αίσθηση του χιούμορ. Επισήμανα ακόμα πως, ενώ ήταν καλά ενημερωμένη αναφορικά με τη λογοτεχνία, ήταν μάλλον άσχετη με τα πολιτικά, γιατί όταν της είπα

“Γνωριστήκαμε μιαν αποφράδα μέρα, αλλά εμείς θα την κάνουμε τυχερή”

εκείνη δεν έπιασε τον υπαινιγμό και με ρώτησε τι το κακό έγινε στις 4 Αυγούστου. Της εξήγησα εν συντομία κι αυτή ήταν η πρώτη πολιτική συζήτηση που κάναμε.

Το φεγγάρι είχε ανέβει ψηλά, ασημώνοντας όλο το τοπίο. Ξαφνικά κάποια στρογγυλή μαύρη σκιά άρχισε να σκεπάζει τον λαμπερό του δίσκο.

“Έχουμε έκλειψη σελήνης”, είπα στην Κική και παρακολουθήσαμε για αρκετήν ώρα το φαινόμενο. Ήταν πραγματικά ολική έκλειψη και κράτησε αρκετήν ώρα.

“Η γνωριμία μας άρχισε με σημαδιακά γεγονότα”, την πείραξα. Δεν απάντησε αλλά μού’ σφιξε πιο πολύ το χέρι.

Όταν γύρισα στο ξενοδοχείο οι άλλοι τρεις μου δήλωσαν πως “είχαν εξερευνήσει το νησί” και είχαν παρακολουθήσει την έκλειψη από το διάσελο της λοφοσειράς που βρίσκεται πίσω τους. Για να φτάσουν ως εκεί διασχίσανε το γειτονικό πευκόδασος, καβαλήσανε τη λοφοσειρά, είδανε πλήθος από ερειπωμένα εκκλησάκια σ΄ένα λοφίσκο, κατηφορίζοντας δε από την άλλη πλευρά βρήκαν απροσδοκήτως δρόμο ασφαλτοστρωμένο!

“Αυτό το νησί είναι μυστήριο”, μου΄πε ο Τάκης με ύφος εξερευνητή παρθένων εδαφών. “Αυτή η γυμνή παραλία σε ξεγελά. Στο εσωτερικό του είναι κατάφυτο”.

“Να πάρεις την καινούργια σου γνωριμία και να πάτε ως την πηγή, μέσα στο δάσος”, με συμβούλεψε με κάπως πονηρό χαμόγελο ο Στέλιος

“Αύριο κι όλας θα πάμε. Είναι του Σωτήρος και γιορτάζει εκείνο το ξωκλήσι εκεί πέρα”, τους έδειξα ένα άσπρο σημάδι στην ακτή. “Λέω να πάω στον όρθρο…”

Με κοίταξαν σχεδόν αποσβολωμένοι, αλλά δεν είπαν τίποτα. Μονάχα ο ξάδερφος μου είπε σιγανά “μαλάκα, δε μας είπες πως τά ΄φτιαξες με θεούσα”. Σ΄ αντίθεση με μας τους μεγαλύτερους, ο Μίμης χρησιμοποιούσε τη λέξη μαλάκα αφειδώς, σα να ήταν προσηγορικό.

Ξύπνησα πρωί πρωί πριν ακόμα φέξει, ετοιμάστηκα όσο πιο αθόρυβα μπορούσα και στις εξήμισι ήμουν μπροστά στο κάτασπρο εκκλησάκι. Ήταν πολύς κόσμος μαζεμένος και η Κική με περίμενε καθισμένη στο ασβεστωμένο πεζούλι. Μου φάνηκε σαν κοριτσάκι με το εμπριμέ φουστανάκι της, τα σοσόνια και τα γοβάκια της. Από τα πανέρια των μικροπωλητών που ήταν αραδιασμένα εκατέρωθεν του δρόμου που οδηγούσε στο ναΐσκο, της αγόρασα ένα πανηγυριώτικο δαχτυλίδι. Το πήρε και το φόρεσε γελώντας. Οι θειάδες της είχαν πιάσει στασίδι από το χάραμα και δε θά ΄βγαιναν αν δεν σχολούσε η εκκλησιά. Έτσι όταν της πρότεινα να πάμε ως την πηγή, το Κουρέντι, στο γειτονικό δάσος, δέχτηκε πρόθυμα. Ανηφορίσαμε χωρίς να μιλάμε και όταν σε ένα ίσιωμα σταθήκαμε να πάρουμε ανάσα, είδαμε πως είχαμε ανεβεί αρκετά. Μέσα από τα πεύκα βλέπαμε τη δαντελένια ακτή, πέρα  από τη βαθυγάλανη θάλασσα τα βουνά της Σαλαμίνας και αριστερότερα μια συστάδα από μικρά νησάκια. Ο αγέρας μοσκοβολούσε πεύκο, αψιθιά και θυμάρι. Άκουσα την πηγή να κελαρύζει εκεί κοντά και, πώς μου΄ρθε, άρχισα να της λέω το ποίημα του Θρασύβουλου Σταύρου:

Στο δρόμο που πηγαίναμε, μου λέει «διψώ»
-κι εγώ διψώ
 και πήραμε το δρόμο μεσ΄ στα ελάτια
να η εκκλησούλα, να η πηγή, ζωσμένες με κισσό,
δυο πέτρες είναι η πόρτα της, πεντέξι σκαλοπάτια
 φέρνανε στο νερό βαθιά. Και κατεβήκαμε κι οι δυο
 κι ήτανε μέσα μια δροσιά, κι ήταν μέσα μια ευωδιά
ολόγυρα χυμένη κι έμοιαζε η πηγούλα μ΄ εκκλησιά
που λειτουργιά προσμένει

Όταν έφτασα στους στίχους:

Κι εγώ γονάτισα στην πέτρα τη βρεμένη,
της πήρα μεσ΄ στα χέρια το κεφάλι
και την εφίλησα στο στόμα…

σταμάτησα την απαγγελία και την κοίταξα στα πανέμορφα μάτια της. Μέσα μου έτρεμα σαν το φύλλο. Δεν ήθελα να αποχωριστώ από τα μάτια αυτά. Ήξερα πως, αν και κείνη το ήθελε, από αυτή τη μέρα όλη η ζωή μου θα άλλαζε. Θα ήθελα να ξεκινούσαμε κάτι πιο ανώτερο από τη φιλία, πιο δυνατό από την αγάπη και πιο ολοκληρωμένο από τον σαρκικό έρωτα. Κάτι που να κρατήσει όλη μας τη ζωή. Το πήρα απόφαση και, πιάνοντας το κεφάλι της με τα δυο μου χέρια, τη φίλησα στο στόμα. Τη φίλησα με το απλό φιλί. Δεν ήθελα να τη φιλήσω όπως φιλιόμασταν με την Ιωάννα ή τη Σοφία. Ήταν τόσο άπραγη, που ίσως να τρόμαζε. Τα χείλια της ήταν δροσερά και γλυκά. Είχε κοκκινίσει αλλά δεν με απώθησε. Ψιθύρισε μόνο παιχνιδιάρικα

“Θα σε δείρω, ξέρεις”

Πήρα θάρρος και την ξαναφίλησα

“Μη με πάρεις για επιπόλαιο, μ΄ αυτό που θα σου πω, αλλά να ξέρεις, θέλω να είμαστε μαζί για όλη μας τη ζωή. Θέλω να σε παντρευτώ”

Την είδα πως τα είχε χάσει λίγο

“Πολύ δε βιάζεσαι;” μου είπε αμήχανα

Κατάλαβα πως παραξενεύτηκε. Δεν ήταν όμως από μέρους μου κάτι το άσκεφτο. Ήμουν απόλυτα σίγουρος πως είχα βρει το κορίτσι, που ονειρευόμουνα να βρω σ΄ όλη μου τη ζωή, τη γυναίκα, που θα γινόταν συντρόφισσα της ζωής μου ώσπου να μας χωρίσει ο θάνατος. Γυρίσαμε στο ξωκλήσι πιασμένοι από το χέρι, χωρίς να μιλάμε. Τα φιλιά που ανταλλάξαμε μας είχαν γεμίσει και κάνανε περιττές τις κουβέντες.

Το ίδιο απόγεμα συνειδητοποίησα πως οι διακοπές μας είχαν τελειώσει και πως αύριο θα φεύγαμε. Μ΄ έπιασε απελπισία. Έπρεπε να την ξαναδώ και να κανονίσω πώς θα αλληλογραφούσαμε. Μέσα μου είχα αποφασίσει να ξανάρθω το συντομότερο δυνατό στο νησί, προείχε όμως η εξασφάλιση του τρόπου να αλληλογραφούμε.

Τελικά το απόγεμα κατάφερα να τη δω. Ήταν και της  Μεταμορφώσεως του Σωτήρος, που ήταν τοπικό πανηγύρι και όλο το χωριό είχε μαζευτεί στην παραλία. Μέσα σ΄ αυτή την ατμόσφαιρα χαράς και γλεντιού, εγώ γυρνούσα θλιβερός και συννεφιασμένος, ώσπου την είδα να κάνει βόλτα με τις φίλες της.  Με αρκετή δυσκολία καταφέραμε να ξεμοναχιαστούμε στην άκρη του λιμενοβραχίονα. Κανονίσαμε να της στέλνω τα γράμματα Ποστ Ρεστάντ στο όνομα μιας ξαδέρφης της, που ήταν λογοδοσμένη με κάποιον από τη Θεσσαλονίκη και είχε το ελεύθερο να αλληλογραφεί. Φυσικά θα έβαζα ως αποστολέα το όνομα του Σαλονικιού, αλλά χωρίς τη διεύθυνσή του. Έτσι η ξαδέρφη θα καταλάβαινε πως το γράμμα δεν ήταν για κείνη αλλά για την Κική. Της υποσχέθηκα πως θα ξαναρχόμουν σε ένα μήνα το αργότερο. Δε μπορέσαμε να αποχαιρετιστούμε όπως θέλαμε και μείναμε πολλήν ώρα να κοιταζόμαστε σιωπηλοί.

Ανακουφισμένος γύρισα στην παρέα, τα ήπιαμε στου Πετρίτη και καταλήξαμε στο ξενοδοχείο, όπου με άλλους νεαρούς και κοπέλες, που είχαμε γνωρίσει στις δεκαπέντε μέρες της διαμονής μας, κάναμε πολύ κέφι και ακόμα περισσότερη φασαρία, αφού παίξαμε ως και μπιζ και τραγουδούσαμε σχεδόν ως τις δύο τα μεσάνυχτα, οπότε οι ηλικιωμένοι ένοικοι του ξενοδοχείου, «τα γερόντια», βγήκαν στα παράθυρα και με φωνές και βρισιές άφησαν τη συμπιεσμένη αγανάκτησή τους να ξεσπάσει.

 Την άλλη μέρα φύγαμε. Αυτή τη φορά πήραμε ένα καΐκι, που έκανε την τοπική συγκοινωνία με τον Πειραιά. Καθώς το πλεούμενο έβγαινε από το λιμανάκι, την είδα να βγαίνει  από το σπιτάκι όπου έμενε, στην πλαγιά του λόφου, που έκλεινε από τη δύση τον ορμίσκο και να κουνάει ένα μεγάλο μαντήλι. Έμεινε εκεί χαιρετώντας με, ώσπου η απόσταση μας εξαφάνισε.

Οι διακοπές μας είχαν τελειώσει, αλλά οι πέντε τελευταίες μέρες τους σημάδεψαν τη ζωή μου. Ξαφνικά όλα άλλαξαν, μέσα μου και γύρω μου. Ήταν σα να γίνηκε γιορτή. Ο ουρανός γέμισε αστέρια. Γυρίζοντας στο σπίτι μου ένοιωθα η καρδιά μου είχε μείνει πίσω στο νησί, πως η ζωή μου είχε σταματήσει σ΄αυτές τις μαγικές εσπέρες, που περπατήσαμε μαζί κουβεντιάζοντας.[…]

 
——————————————————————–
* Οι στίχοι, είναι από ποίημα της Κικής
Η παλιά φωτογραφία της Σουβάλας, είναι παρμένη από το www.souvala.gr

Posted in Αναμνήσεις, Περιοδικό | Με ετικέτα: , , , | Leave a Comment »

«Ανοιχτά Σχολειά», ανοιχτά μυαλά, ανοιχτές καρδιές

Posted by tofistiki στο 02/08/2014

Μέσα στην σκοτεινιά των καιρών που ζούμε, ανάμεσα από ντροπιαστικές ειδήσεις όπως η αθώωση των δουλεμπόρων/τσιφλικάδων της Μανωλάδας και το θάψιμο της πολύνεκρης υπόθεσης στο Φαρμακονήσι ή αποτρόπαιων όπως η γενοκτονία στη Γάζα και την Ουκρανία, ξεπηδάνε και κάποιες άλλες, που μας κάνουν πάλι να χαμογελάμε με αισιοδοξία. Γιατί υπάρχουν, ευτυχώς, και είναι περισσότεροι οι άνθρωποι που νοιάζονται, που δημιουργούν με αυταπάρνηση, που σκύβουν πάνω από τον πόνο του διπλανού, ότι χρώμα και να έχει. Δυο τέτοια παραδείγματα, που τα χαίρομαι διπλά, λόγω της μισής καταγωγής μου από τη Μυτιλήνη, είναι «το Χωριό του Όλοι Μαζί», που είχαμε παρουσιάσει και παλιότερα και τα «Ανοιχτά σχολειά», μια σχετικά καινούργια και ελπιδοφόρα προσπάθεια. Αντιγράφω από το ηλεκτρονικό περιοδικό του δικτύου Αιγαίου, «Εύπλοια»:
 

«Εκεί που ανοίγει ένα σχολείο, κλείνει μια φυλακή»

 Στη φράση αυτή του Βίκτωρα Ουγκό,από το λόγο που εκφώνησε το 1847 στη Βουλή των Ομοτίμων της Γαλλίας, αποτυπώνεται επιγραμματικά η άποψη ενός από τους σημαντικότερους συγγραφείς του 19ου αι.για την αξία, τη σημασία και τη συμβολή της εκπαίδευσης. Επίκαιρη όσο ποτέ η φράση αυτή μας εμπνέει και μας καθοδηγεί. Κόντρα στην μιζέρια των καιρών, την σταθερή απαξίωση του πολιτισμού, τις ανύπαρκτες δραστηριότητες και την ισοπεδωτική υποκουλτούρα, η μόνη διέξοδος – ανάσα στο ασφυκτικό περιβάλλον της επαρχίας του σήμερα είναι η πολιτιστική έκφραση, σε κάθε της μορφή.

Πριν από τρία χρόνια το δημοτικό σχολείο Λισβορίου Λέσβου έκλεισε λόγω των συγχωνεύσεων.Το πιθανότερο να κατέληγε σ’ ένα ακόμη σχολείο – φάντασμα όπως τόσα άλλα. Αποφασίσαμε λοιπόν να στεγάσουμε εκεί μία Κοινωνική Συνεταιριστική Επιχείρηση. Την ονομάσαμε «Ανοιχτά Σχολειά» και φιλοδοξούμε να δώσουμε και να πάρουμε μια ανάσα μες στο ασφυκτικό περιβάλλον του σήμερα. Τα «Ανοιχτά Σχολειά» φιλοδοξούν να αφυπνίσουν πνευματικά, να κινητοποιήσουν και να υπενθυμίσουν αξίες και ιδέες που, ανάμεσα στον διαρκή ανελέητο αγώνα της επιβίωσης, του άγχους της επόμενης ημέρας και του επόμενου έκτακτου δελτίου ειδήσεων, φαίνεται πως ξέπεσαν, άδικα και άδοξα… Ο πολιτισμός λοιπόν είναι δικαίωμα αλλά και επιτακτική ανάγκη. Ένα πολυκέντρο, μια κοιτίδα πολιτισμού, ένα εργοτάξιο δράσης φιλοδοξεί ν’αποτελέσει η πρώτη Κοινωνική Συνεταιριστική Επιχείρηση της Λέσβου. Φτιάξαμε μια Κοιν.Σ.Επ., εγώ και άλλοι τέσσερις ομοϊδεάτες, την ονομάσαμε «Ανοιχτά Σχολειά» και ξεκινήσαμε έναν αγώνα 9 μηνών -γέννα κανονική- να πάρουμε άδειες από φορείς, υπουργεία κ.λ.π. προκειμένου να ‘χουμε την έδρα μας εκεί.

Η αίθουσα θύμιζε αποθήκη, βρώμα, ποντίκια και μες στο χάος, ποντικοφαγωμένα, καλλιγραφημένα αρχεία συσσιτίων του 1912(!), βιβλία του 1895 τυπωμένα «Εν Κωνσταντινουπόλει» αλλά και φιλοβασιλικά, που έχουν όμως και αυτά τη σημασία τους. Ξεκινούσαμε λοιπόν κάθε πρωί με τους κουβάδες και τις σφουγγαρίστρες, καθαρίζαμε, τρίβαμε, ζωγραφίζαμε, ώρες ατελείωτες. Περιττό να πω, όχι low budget, κυριολεκτικά no budget ήταν η όλη προσπάθειά μας.

 Σκοπός του Συνεταιρισμού είναι η παραγωγή προϊόντων και η παροχή υπηρεσιών για την ικανοποίηση των αναγκών της συλλογικότητας (πολιτισμός, περιβάλλον, οικολογία, εκπαίδευση, παροχές κοινής ωφέλειας, αξιοποίηση τοπικών προϊόντων, διατήρηση παραδοσιακών δραστηριοτήτων και επαγγελμάτων, αγωγής υγείας κ.α.) που προάγουν το τοπικό και συλλογικό συμφέρον, την προώθηση της απασχόλησης, την ενδυνάμωση της κοινωνικής συνοχής και την ενδυνάμωση της τοπικής ή περιφερειακής ανάπτυξης.

 Μαθήματα εικαστικού ενδιαφέροντος που θ’ απευθύνονται ανάλογα σε παιδιά, εφήβους και ενήλικες. Συγκεκριμένα: 1) Ζωγραφικής, αγιογραφίας, ιστορίας της τέχνης, κεραμικής, θεατρικού παιχνιδιού, κουκλοθεάτρου και κατασκευής κούκλας, ραπτικής και μεταποίησης 2) Φωτογραφίας & κινηματογράφου, μουσικής, ακροβατικών, μουσικοκινητικής και χορού, ξένων γλωσσών, παραδοσιακής υφαντουργίας, καλαθοπλεκτικής, κατασκευής χειροποίητου σαπουνιού κλπ. 3) Συλλογή παραδοσιακών παραμυθιών, ομαδική συγγραφή παραμυθιών για τα παιδιά του δημοτικού με την εικονογράφησή τους και την έκδοσή τους 4) Περιβαλλοντική εκπαίδευση και διαφύλαξη ντόπιων ποικιλιών δίνοντας προτεραιότητα στις ντόπιες ποικιλίες 5) Την ανάδειξη περιοχών, όπως του Λισβορίου και της ευρύτερης περιοχής του κόλπου της Καλλονής, σε αρχαιολογική κοιτίδα του πολιτισμού της νήσου Λέσβου 6) Διοργάνωση εκθέσεων και συνεδρίων 7) Διοργάνωση Φεστιβάλ μουσικών εκδηλώσεων και θεατρικών παραστάσεων, σε όλη την Ελλάδα και το εξωτερικό 8) Προβολή ταινιών 9) Θερινές δραστηριότητες για παιδιά (θερινό σχολείο) 10) Ευαισθητοποίηση για τον ρατσισμό και την ξενοφοβία 11) Ραδιόφωνο για παιδιά 12) Προαγωγή της υγείας 13) Διαπολιτισμική εκπαίδευση 14) Δραστηριότητες που θα προάγουν τη σχέση με την Τουρκία και τους κατοίκους των απέναντι παραλίων. 15) Θερινά εργαστήρια για παιδιά και ενηλίκους. 16) Εκπαίδευση και στήριξη ευπαθών ομάδων και ομάδων απειλούμενων από κοινωνικό αποκλεισμό.  Ως τώρα, (μέσα Μάρτη ξεκινήσαμε «και με την βούλα του νόμου»), οι συναντήσεις μας έχουν να κάνουν με κάποιες «χρηστικές» ομιλίες ως προς τους ενήλικες, π.χ. μια γιατρίνα απ’τους γιατρούς του κόσμου, κάποιες κοινωνικοί λειτουργοί, που, εννοείται, έρχονται αφιλοκερδώς. Με τα παιδιά κάνουμε διάφορα, και τον χειμώνα σκαρώσαμε τα δικά μας, τα παιδιά είναι πάντα ανοιχτά, καλοπροαίρετα και το σημαντικότερο, διαθέτουν ένστικτο, κανείς δεν μπορεί να τους τη φέρει και «άμα γλιτώσει το παιδί, υπάρχει ελπίδα». Το καλοκαιρινό μας εργαστήρι θ’ αρχίσει τον Ιούνη με μαθήματα, που δεν μ’ αρέσει η λέξη, άσε που ως τώρα νιώθω πως αυτά μου κάνουν μάθημα… θα ζωγραφίζουμε, θα ψήνουμε τα κεραμικά μας, θα γράφουμε παραμύθια και θα τα εικονογραφούμε, θα κάνουμε ό,τι γουστάρει η ψυχή μας. Και βέβαια στο προαύλιο θα παίζουμε καραγκιόζη, θα βλέπουμε ταινίες, θα παίζουμε μουσικές. Και πιο συγκεκριμένα:

  • Στις 11/6 θα ‘χουμε Καραγκιόζη
  • Τα μαθήματα, κατασκευές από ανακυκλώσιμα υλικά, κεραμική, παραμυθοφτιαξίματα θ’αρχίσουν στις 17/6
  • Το παζάρι αντιπραγματισμού
  • Δύο ομιλίες σε ιατρικά θέματα
  • Προβολή ταινιών Ηλία Σολομού
  • Και τέλος, αιμοδοσία

Ραλλού Σκαρβέλλη

——————————————————————————–

Στο μεταξύ, οι εθελοντές του «Χωριού του Όλοι Μαζί», αντιμετωπίζουν τεράστια προβλήματα με την φιλοξενία δεκάδων μεταναστών στις εγκαταστάσεις τού πρώην ΠΙΚΠΑ στη Νεάπολη, τις οποίες  λειτουργούν ως «ανοικτό κέντρο φιλοξενίας» με μόνη κινητήριο δύναμη την εθελοντική προσφορά τους και κάνουν έκκληση για είδη πρώτης ανάγκης. Όσοι μπορούν ας βοηθήσουν:

Στη Μόρια, εγκαινιάστηκε διαβάζω κλειστό κέντρο κράτησης μεταναστών. Πρόσφατα, ένας 17χρονος Αφγανός έφηβος, αυτοτραυματίστηκε μην αντέχοντας τις συνθήκες της δίμηνης κράτησής του κει μέσα… Σκέφτομαι πώς θα αισθανόταν ο προπάππος κι η προγιαγιά μου, που έζησαν όλα τα χρόνια τους στη Μόρια, αν ήξεραν πως κάποτε στο χωριό τους θα φυλάκιζαν τους ανθρώπους, μόνο και μόνο γιατί περνάνε τη θάλασσα κι έρχονται από δω μεριά, γυρεύοντας καλύτερη ζωή, όπως κάνανε αιώνες τώρα, πέρα-δώθε, σε τούτα τα μέρη οι ανθρώποι…

Posted in Αριστερά - κινήματα, Επικαιρότητα, Τσ’ Μυτ’λήν’ς, μετανάστες, πρόσφυγες | Με ετικέτα: , , , , | Leave a Comment »

 
Αρέσει σε %d bloggers: