Archive for Οκτώβριος 2011
Posted by tofistiki στο 28/10/2011
Λίγο πριν το τέλος της σημερινής -επεισοδιακής- επετείου, αναδημοσιεύουμε τις αναμνήσεις από την πρώτη μέρα του πολέμου, μέσα από τα μάτια του Δημήτρη Σαραντάκου, που τότε ήταν μαθητής Γυμνασίου, από την ανάρτηση που έκανε προχτές στο ιστολόγιό του, Οι λέξεις έχουν τη δική τους ιστορία, ο Νίκος Σαραντάκος.
Η πρώτη μέρα του πολέμου
Εκείνο το πρωί όταν κατέβηκα στην τραπεζαρία του σπιτιού μας για να πιω το πρωινό και εν συνεχεία να πάρω την τσάντα μου και να φύγω για το σχολείο, βρήκα τη μητέρα μου να κλαίει.. Ο πατέρας μου είχε κι όλας φύγει για τη δουλειά του, ενώ από το ραδιόφωνό μας ακουγόταν το εμβατήριο «περνάει ο στρατός της Ελλάδος φρουρός».
«Πόλεμος!» μου λέει όταν με είδε «μας χτύπησαν οι Ιταλοί» Όταν άκουσα τα νέα, πήρα την τσάντα μου και έφυγα αμέσως για το σχολείο, ενώ εκείνη μου φώναζε ξοπίσω μου: «Κάτσε να βάλεις κάτι στο στόμα σου!» Εμένα όμως δε με σταματούσε τίποτα.
Πηγαίνοντας προς το Γυμνάσιο, καθώς διέσχιζα την αγορά, μου έκανε εντύπωση πως όλος ο κόσμος κουβέντιαζε ζωηρά, αλλά δεν έδειχναν ούτε φόβο ούτε ηττοπάθεια, αλλά κάτι που έμοιαζε με ενθουσιασμό.
Τότε θυμήθηκα την κουβέντα που παρακολούθησα να κάνουν οι μεγάλοι, όταν προχτές πήγαμε να χαιρετίσουμε τον διευθυντή της Τράπεζας, στην οποία δούλευε ο πατέρας μου, που λεγόταν Δημήτρης, σαν και μένα. Είχαμε πάει μαζί με τη μητέρα μου και τον Χαράλαμπο και βρήκαμε εκεί μαζεμένους πολλούς: διευθυντές άλλων τραπεζών, τον Νομάρχη, τον Δεσπότη, τον υποδιοικητή της Αστυνομίας, που συζητούσαν ζωηρά. Μετά τον τορπιλισμό της «Έλλης» το Δεκαπενταύγουστο στην Τήνο, όλοι περιμέναμε πως οι Ιταλοί θα μας χτυπούσαν, αλλά τούτοι εδώ πίστευαν πως ο πόλεμος θα διαρκούσε λίγες μέρες.
«Θα πέσουν μερικές ντουφεκιές για την τιμή των όπλων κι όλα θα τελειώσουν σε λίγες μέρες» έλεγε ο διευθυντής της Εθνικής τράπεζας
Ο Γράβαλης, που έβγαζε την εφημερίδα «το Φως» είπε: «Είναι καιρός να ενταχθώμεν εις την Ευρώπην, ηνωμένην υπό μίαν σιδηράν εξουσίαν»
Είδα πως η μητέρα μου κοίταζε με μεγάλη ανησυχία τον πατέρα μου, γιατί φοβόταν πως δε θα κρατιόταν άλλο και θα ξεσπούσε. Έτσι με νοήματα συνεννοήθηκε μαζί του και με τον Χαράλαμπο και σηκωθήκαμε όλοι, τους χαιρετήσαμε και φύγαμε.
Γυρνώντας στο σπίτι τους άκουσα να κουβεντιάζουν. Ο πατέρας μου ήταν πολύ στεναχωρημένος: «Να δεις που θα μας πουλήσουν στους φασίστες, είναι βλέπεις σαρξ εκ της σαρκός τους» είπε του Χαράλαμπου. Εκείνος όμως, που είχε σπουδάσει τέσσερα χρόνια στην Ιταλία δε συμφώνησε μαζί του. Τον άκουσα που του έλεγε.
«Ξέρεις, μπορεί ο Μεταξάς να είναι φασίστας, αλλά αντίθετα με τον Μουσολίνι, την εξουσία του τη χρωστά στο βασιλιά, δηλαδή στους Άγγλους».
Με τις σκέψεις αυτές, έφτασα στο Γυμνάσιο, όπου βρήκα όλα τα παιδιά να συζητάνε ζωηρά. Χτύπησε το κουδούνι και παραταχθήκαμε για την προσευχή, κατόπιν όμως αντί να μπούμε στις τάξεις, ο Γυμνασιάρχης μας είπε πως δε θα γινόταν μάθημα, αλλά να ξανάρθουμε χωρίς τις τσάντες μας στις 12 η ώρα για να παρελάσουμε.
Με τον Κώστα και τον Στράτο, που ήμασταν γειτονόπουλα, γυρίσαμε μαζί στα σπίτια μας. Η είδηση πως είχαμε πόλεμο δε μας είχε τρομάξει αλλά πάντως μας επηρέασε και έτσι δεν κάναμε τις καθιερωμένες μας σκανταλιές, που συνοδεύαν απαραίτητα τον γυρισμό μας από το σχολείο. Δεν αγριέψαμε, γαβγίζοντας, το σκύλο του γιατρού του Αθανασίου, δε χτυπήσαμε επίμονα το κουδούνι στην εξώπορτα της κυρίας Ευτέρπης, που έμενε στο τρίτο πάτωμα του σπιτιού της και δε σπρώξαμε τα σκουπίδια που μάζευε η κυρία Γκόλφω, από την πόρτα της στην διπλανή πόρτα του κυρίου Κοντοπιάδη. Μπαίνοντας στο δρομάκο μας, τα τέσσερα ραδιόφωνα της γειτονιάς παίζανε δυνατά δημοτικά τραγούδια και εμβατήρια.
Καθώς δεν είχα φάει φεύγοντας έπεσα με τα μούτρα στην ομελέτα που μου έφτιαξε στα σβέλτα η μητέρα μου. Έτρωγα όταν μπήκε ο πατέρας μου: «Θα ξαναπάω στο Γυμνάσιο, γιατί θα κάνουμε παρέλαση» τους ανακοίνωσα.
«Πατριώτης θα μου γίνεις τώρα;» μου έβαλε πάγο η μητέρα μου, που δυσφορούσε με τις παρελάσεις που κάθε λίγο και λιγάκι οργάνωνε η ΕΟΝ και μας υποχρέωναν να πηγαίνουμε. Μου έκανε εντύπωση η κουβέντα του πατέρα μου, που τον ήξερα πως ήταν αριστερός και μισούσε το Μεταξά και την 4η Αυγούστου. «Όλοι μας είμαστε σήμερα πατριώτες» της λέει.
Στο Γυμνάσιο μαζεύτηκαν όλα τα παιδιά και ο γυμναστής μας μας είπε να παραταχθούμε κατά τάξεις. Μπήκε μπροστά η μπάντα των προσκόπων (τι μπάντα δηλαδή, την αποτελούσαν δυο τυμπανιστές, δυο σαλπιγκτές κι ένας που χτυπούσε να πιάτα) και ξεκινήσαμε. Βγαίνοντας από την αυλή του Γυμνασίου είδαμε πως η Προκυμαία ήταν γεμάτη κόσμο. Λες και όλη η Μυτιλήνη είχε βγει στους δρόμους. Παντού επικρατούσε ο ίδιος ενθουσιασμός.
Από τα ραδιόφωνα των καφενείων και των άλλων κέντρων της Προκυμαίας, που παίζανε στη διαπασών, ακούγονταν δημοτικά τραγούδια και εμβατήρια. Μου έκανε εντύπωση πως δεν έπαιξαν ούτε το «Γιατί χαίρεται ο κόσμος» ούτε το «Εμπρός για μια Ελλάδα νέα» που ήταν τα καθιερωμένα εμβατήρια των παρελάσεων της ΕΟΝ, αλλά παλιά εμβατήρια, που εμείς δεν τα ξέραμε. Μερικά εγώ τα άκουγα να τα τραγουδά, όταν ερχόταν στο κέφι, ο θείος μου ο Αντρέας, που ήταν αξιωματικός, απότακτος του κινήματος του ΄35. Πιο πολύ όμως παίζανε δημοτικά τραγούδια, που δημιουργούσαν ατμόσφαιρα πανηγυριού.
Το βράδυ μαζεύτηκαν στο σπίτι μας συγγενείς και φίλοι για να ακούσουμε τις ειδήσεις και να σχολιάσουν την κατάσταση. Γενικώς ήταν όλοι χαρούμενοι. Τους είχε συνεπάρει ο ενθουσιασμός με τον οποίον ο λαός αντιμετώπισε την κήρυξη του πολέμου. Ο Κανόνης ως σπουδάσας στην Ιταλία, ανάπτυξε την άποψή του
«Ο ιταλικός λαός είναι σίγουρο πως δε θέλει τον πόλεμο. Και από ιδιοσυγκρασία αλλά και γιατί πολεμά από το 1935, πρώτα στην Αβησσυνία και μετά στην Ισπανία. Μονάχα οι μελανοχίτωνες και οι λοιποί φασίστες είναι φιλοπόλεμοι, αλλά αυτοί και λίγοι είναι και στα μετόπισθεν φροντίζουν να μένουν»
Ο θείος Ανδρέας μας είπε ότι είχε παρουσιαστεί στο Φρουραρχείο κι είχε ζητήσει να καταταγεί έστω και απλός στρατιώτης. Του είπανε πως τους απότακτους του κινήματος αξιωματικούς θα τους αντιμετώπιζαν ομαδικά και όχι μεμονωμένα. Ο θείος Θόδωρος μας είπε ότι όπως άκουσε στην αγορά οι κομμουνιστές κρατούμενοι στις φυλακές και τις εξορίες είχαν επίσης ζητήσει να στρατευτούν για να πολεμήσουν. Μου έκανε εντύπωση το ξέσπασμα του θείου Αντρέα, όταν ακούσαμε από το ραδιόφωνο πως Αρχιστράτηγος ορίστηκε ο στρατηγός Αλέξανδρος Παπάγος
«Φτου! Τον πιο απόλεμο αξιωματικό βρήκαν να βάλουν;» και στράφηκε στον πατέρα μου. «Ξέρεις, βρε Νίκο, δεν έχει ποτέ του διοικήσει μεγάλη μονάδα».
Έτσι πέρασε η πρώτη μέρα του πολέμου.
……………………………………………………………………………………
Τελικά ο θείος Ανδρέας (Κυπαρίσσης) ανακλήθηκε ως έφεδρος εκ μονίμων με το βαθμό του και πολύ σύντομα έφυγε για το μέτωπο. Το ίδιο έγινε με όλους τους αξιωματικούς του κινήματος. Αυτοί οι δημοκράτες υπολοχαγοί, λοχαγοί και ταγματάρχες ήταν που καθοδήγησαν τον πόλεμο στο αλβανικό μέτωπο. Στρατεύθηκε και ο άλλος θείος μου, ο Γιώργος ο Μίσσιος, έφεδρος ανθυπολοχαγός διαβιβάσεων αλλά τοποθετήθηκε σε μια μονάδα κοντά στις Σέρρες, μακρυά από το μέτωπο. Ο θείος Θόδωρος ο Σάμιος στρατεύθηκε ως νοσοκόμος. Ο Χαράλαμπος ο Κανόνης ως σπουδάσας στο εξωτερικό ήταν αγύμναστος και γιαυτό όταν επιστρατεύθηκε έμεινε για τη βασική εκπαίδευση στη Λέσβο. Ο πατέρας μου δεν επιστρατεύθηκε, όχι τόσο λόγω ηλικίας (ήταν τότε τριανταεφτά χρονών) αλλά λόγω ειδικότητας. Στο αλβανικό μέτωπο το πεδινό πυροβολικό είχε περιορισμένη δράση. Έμεινε στα μετόπισθεν, θεατής του πολέμου και αρχηγός της ευρύτερης οικογένειας. Τον συγκίνησε ιδιαίτερα η είδηση πως επικεφαλής ενός από τα τμήματα, που απόκρουσαν και ανέτρεψαν τους Ιταλούς ήταν ο πρώτος του ξάδερφος, ο Κώστας ο Δαβάκης, που τον αγαπούσε και εκτιμούσε ιδιαίτερα.
Υπερνικώντας την αποστροφή του προς το καθεστώς, παρουσιάστηκε στην Πολιτική Αεράμυνα, όπου κάτι κουραμπιέδες μόνιμοι αξιωματικοί, συνεπικουρούμενοι από κάποιους φανφαρόνους της ΕΟΝ, δεν έκαναν απολύτως τίποτα, εκτός από το να γυρνούν τη νύχτα και να επιβλέπουν αν τηρείται ο συσκοτισμός.
Ο πατέρας μου προσπάθησε να τους υποδείξει ότι ο κυριότερος κίνδυνος σε περίπτωση βομβαρδισμού σε μια πόλη σαν τη Μυτιλήνη, με τα περισσότερα σπίτια ξύλινα και πολύ κοντά τόνα στο άλλο ήταν η πυρκαγιά, για την αντιμετώπιση της οποίας έπρεπε να καθοδηγηθεί κατάλληλα ο πληθυσμός, αλλά οι αεραμυνίτες αγρόν ηγόρασαν.
Κυρίως ασχολήθηκε κάνοντας σατιρικές παραφράσεις γνωστών τραγουδιών, που τις έστελνε, συνοδευόμενες πολλές φορές από σκίτσα, με ταχυδρομικά δελτάρια στους φίλους του στο μέτωπο.
Μία από τις παραφράσεις αυτές ήταν του επιθεωρησιακού τραγουδιού “Με λεν μπεκρή”, που ο Πέτρος Κυριακός είχε κάνει μεγάλο σουξέ
Με λεν Μπενί-
κι έχω φωνή
που όλη δονεί τη σφαίρα
και της Ευρώ-
μα το σταυρό
της πήρα τον αέρα.
Μεγάλες νι- [νίλες βεβαίως -όχι νίκες!]
στην Αλβανί-
κι αν έπαθε ο στρατός μου,
δεν του κακιώ-
είναι μαγγιό- [μαγγιόρος]
κι ο πιο καλός του κόσμου.
Ρεφραίν
Τους διχτάτορες κι αν πιάσουνε,
σένα δε θα σε κρεμάσουνε
Τι κιαν μας κανεις το νταή
τον λιονταρή και τον παλληκαρά
Είσ’ ο Μπενίτο
κι ούτε για ζήτω
δεν κάνεις τώρα φουκαρά.
Ας ακούσουμε τον πατέρα μου να τραγουδάει την παράφραση “Με λεν Μπενί-” [προσοχή: όχι Μπένυ!]
(σημείωση φιστικιού: για να ακούσετε το ηχητικό, επισκεφτείτε το ιστολόγιο του Νίκου)
Μια άλλη παράφραση που αναφερόταν στην κόρη του Μουσολίνι την Εντα Τσιάνο βασιζόνταν στο δημοφιλές τραγούδι «Μάρω Μάρω, μια φορά ειν΄τα νιάτα», που η 4η Αυγούστου είχε απαγορέψει ως … άσεμνο, γιατί σε μια στροφή του έλεγε …του κορμιού την πρώτη γλύκα μην τηνε φυλάς για προίκα…
Από ό,τι θυμάμαι, γιατί δε μπόρεσα να βρω το χειρόγραφο, το ρεφραίν άρχιζε: Έντα, Έντα, ήντα είναι τούτα.
Θυμίζω παλιότερα άρθρα του ιστολογίου για την 28η Οκτωβρίου και τον πόλεμο:
Θα υπάρχουν πολλά αξιόλογα άρθρα σε άλλα ιστολόγια για την 28η Οκτωβρίου, εγώ όμως πρόσεξα το φετινό του Αλλού Φαν Μαρξ: Ο Βάρναλης για την επέτειο της 28ης. Δείτε όμως και τα προηγούμενα αφιερώματά του, αξίζουν!
.
.
Μου αρέσει αυτό:
Μου αρέσει! Φόρτωση...
Posted in Αναδημοσιεύσεις, Αναμνήσεις, Επικαιρότητα, Ιστορία | Με ετικέτα: 28η Οκτωβρίου, Δημήτρης Σαραντάκος, Εθνική Αντίσταση, Μυτιλήνη, Μουσολίνι | Leave a Comment »
Posted by tofistiki στο 25/10/2011
Άρθρο του Δημήτρη Σαραντάκου που θα δημοσιευτεί
στην εφημερίδα «Πολίτης» της Μυτιλήνης
Είναι μια υπόθεση που γεννά σε όλους αισθήματα πόνου και οργής. Πόνου, γιατί ξαναφέρνει στη μνήμη παλιές, θλιβερές ιστορίες, που στοίχισαν τη ζωή σε χιλιάδες ανθρώπους, οι οποίοι, αν επιζούσαν, πολλά θα μπορούσαν να προσφέρουν στον τόπο μας. Οργής, γιατί υποκρύπτει έναν εφησυχασμό σε βεβαιότητες, που δεν υφίστανται πια. Αναφέρομαι στις αποκαταστάσεις πολλών αγωνιστών, που διαβάσαμε στον «Ριζοσπάστη» στις 2 Οκτωβρίου.
Δε θα αναφερθώ στην αποκατάσταση του Άρη Βελουχιώτη. Ο Άρης δεν έχει την ανάγκη καμιάς αποκατάστασης. Καμαρώνει «χαλκόπλαστος για πάντα καβαλάρης» για να θυμηθούμε τον Παλαμά, στην πλατεία του Λαού στη Λαμία και ζει στη συλλογική μνήμη του έθνους, δίπλα στον Κολοκοτρώνη, τον Καραΐσκάκη και τον Ανδρούτσο.
Δε θα αναφερθώ ούτε στην αποκατάσταση του Βαβούδη, αυτού του πιστού στις ιδέες του ανθρώπου, που στάθηκε συνεπής στα καθήκοντα που του έβαζαν, που αυτοκτόνησε για να μην πιαστεί, αλλά μεταθανατίως τον κύλησαν στη λάσπη και στη συκοφαντία, για να τον αποκαταστήσουν μεταθανατίως επίσης.
Περισσότερο με απασχολεί η περίπτωση του Νίκου Ζαχαριάδη. Η ζωή και το τέλος του έχουν όλα τα στοιχεία αρχαίας ελληνικής τραγωδίας. Ξεκίνησε πολύ ελπιδοφόρα, όταν το 1931 σε ηλικία μόλις 28 χρονών ανέλαβε την καθοδήγηση του κόμματος, που ως τότε σπαρασσόταν από αλλεπάλληλες κρίσεις και κατόρθωσε να το ανασυγκροτήσει και να το κάνει αποφασιστικό παράγοντα της πολιτικής ζωής του τόπου. Πιστεύω πως ο μεγαλύτερος τίτλος τιμής για τον Ζαχαριάδη ήταν πως από τις φυλακές της Κέρκυρας, όπου τον είχε κλείσει η δικτατορία του Μεταξά, έστειλε μόλις έγινε η ιταλική επίθεση, το περίφημο γράμμα με το οποίο καλούσε τους έλληνες κομμουνιστές να αντισταθούν στους εισβολείς, υπερασπίζοντας την πατρίδα.
Η μεγάλη ατυχία του Ζαχαριάδη ήταν πως σε όλη τη διάρκεια της κατοχής ήταν κλεισμένος από τους Γερμανούς στο στρατόπεδο συγκέντρωσης του Νταχάου. Έτσι δεν έζησε την εποποιία της Εθνικής Αντίστασης. Γύρισε στην Ελλάδα τέλη Μαΐου του 1945 και ανέλαβε την ηγεσία του κόμματος, αντί του Σιάντου. Η συμπεριφορά του από τότε και όσο ήταν ηγέτης του κόμματος, κρίνεται αλλοπρόσαλλη και αντιφατική. Ενώ δεν αποκήρυξε τις συμφωνίες του Λιβάνου και της Βάρκιζας, αποκήρυξε τον Άρη Βελουχιώτη, που αρνήθηκε να τηρήσει τη συμφωνία της Βάρκιζας και η αποκήρυξη αυτή αποτέλεσε και την αιτία της απομόνωσης και της αυτοκτονίας του θρυλικού αρχικαπετάνιου του ΕΛΑΣ.
Αλλοπρόσαλλος και αντιφατικός ήταν και ο τρόπος που καθοδήγησε τη διεξαγωγή του αγώνα του Δημοκρατικού στρατού. Σαν να ήθελε να αναπληρώσει την αναγκαστική απουσία του από την Εθνική Αντίσταση, προσπάθησε να προσδώσει χροιά αντιστασιακού αγώνα στον εμφύλιο αλληλοσπαραγμό και να μετατρέψει τον Δημοκρατικό στρατό σε ταχτικό στρατό στο πρότυπο του ΕΛΑΣ, όταν έλειπαν όλες οι προϋποθέσεις και για τα δύο αυτά εγχειρήματα.
Αλλοπρόσαλλη και αντιφατική ήταν επίσης και η πολιτική που ακολούθησε μετά την ήττα και την αποχώρηση του Δημοκρατικού στρατού από την Ελλάδα. Με το «παραμένουμε με το όπλο παρά πόδας» δικαιολόγησε την παράταση της ισχύος των έκτακτων μέτρων πολλά χρόνια μετά την αποκατάσταση της ειρήνης. Ποτέ δεν αποδέχτηκε δικές του ευθύνες για τις ήττες και τις αποτυχίες. Έφταιγαν πάντα οι άλλοι, τους οποίους στιγμάτιζε με βαρύτατους χαρακτηρισμούς, ως χαφιέδες, προδότες, πράκτορες και τυχοδιωκτικά στοιχεία.
Δε θα επιμείνω άλλο στο σημείο αυτό, γιατί είναι πηγή μεγάλου πόνου. Επισημαίνω μόνο πως η πιο πέρα πορεία του δικαιολογεί αυτό που γράφω στην αρχή: πως έχει όλα τα στοιχεία αρχαιοελληνικής τραγωδίας. Οι αντίπαλοί του τον μεταχειρίστηκαν όπως ακριβώς ο ίδιος αντιμετώπισε τους εχθρούς του. Στην 6η ολομέλεια της Κ.Ε του ΚΚΕ, το 1956, τον καθαίρεσαν και τον διαγράψανε από μέλος του κόμματος. Η 7η ολομέλεια τον θεώρησε «ύποπτο προδοσίας». Τον εκτόπισαν αρχικά στο Μποροβίτσι της περιοχής του Νόβγκοροντ, όπου δούλεψε ως δασικός υπάλληλος, κατόπιν όμως, το 1962, τον εξόρισαν στο Σουργκούτ της Γιακουτίας, κοντά στον αρκτικό κύκλο, όπου έζησε σε πλήρη απομόνωση και με συνεχή φρούρηση ανδρών της KGB, τα υπόλοιπα ένδεκα χρόνια της ζωής του. Όταν δεν έφεραν κανένα αποτέλεσμα τρεις απεργίες πείνας, που έκανε με το αίτημα να τον αφήσουν οι σοβιετικές αρχές να επιστρέψει για να δικαστεί στην Ελλάδα, ο Νίκος Ζαχαριάδης αυτοκτόνησε (κρεμάστηκε) στην κατοικία του, το καλοκαίρι του 1973. Η κάθαρση, με την οποία κλείνουν οι αρχαίες τραγωδίες.
Εντούτοις η τότε ηγεσία του κόμματος έκρινε ότι δεν έπρεπε να μάθουν τα μέλη του κόμματος πώς τέλειωσε τη ζωή του ο «μεγάλος αρχηγός» και ο τρόπος του θανάτου του για πολλά χρόνια δεν ανακοινώθηκε. Βεβαίως αποκαταστάθηκε μεταθανατίως, τα οστά του μεταφέρθηκαν και τάφηκαν επισήμως στο Α΄Νεκροταφείο Αθηνών, η δε πρόσφατη απόφαση της Κεντρικής Επιτροπής τον αποκατέστησε πλήρως, αλλά έκλεισε έτσι ανώδυνα αυτή η τραγική ιστορία;
Θα έπρεπε όλοι να προβληματιστούμε, αν τα πολιτικά κόμματα (όλα: αριστερά και δεξιά, προοδευτικά και συντηρητικά, επαναστατικά και νομιμόφρονα), έτσι όπως είναι σήμερα συγκροτημένα και όπως λειτουργούν, μήπως αποτελούν κατάλοιπα ενός παρελθόντος που δεν έχει μέλλον; Γιατί κόμματα με αλάθητες (ως την ανατροπή τους) ηγεσίες, που διαιρούν τον κόσμο αφενός μεν σε ηγέτες, αρχηγούς, καθοδηγητές, από τη μία και σε οπαδούς, καθοδηγούμενους, μάζες, από την άλλη, δεν ταιριάζουν με την εποχή μας, όταν (για να θυμηθούμε τον Βάρναλη):
Όλα τελειώνουνε κι όλα περνάνε
Ιδέες βασίλισσες, κακογερνάνε
Στις νέες ανάγκες σου, κόπος βαρύς
Σκοπούς αλάθευτους κοίτα να βρεις…
Αυτό λοιπόν πρέπει να είναι το ζητούμενο.
Μου αρέσει αυτό:
Μου αρέσει! Φόρτωση...
Posted in Αναδημοσιεύσεις, Ιστορία, εφημερίδα Πολίτης | Με ετικέτα: Άρης Βελουχιώτης, Δημήτρης Σαραντάκος, ΚΚΕ, Νίκος Βαβούδης, Νίκος Ζαχαριάδης, αποκατάσταση αγωνιστών | Leave a Comment »
Posted by tofistiki στο 24/10/2011
Άρθρο του Δημήτρη Σαραντάκου
που δημοσιεύεται στο Εμπρός, στις 25/10/2011

Όπως θα έχετε παρατηρήσει αγαπητοί αναγνώστες, στη στήλη αυτή κατά κανόνα δεν πολιτικολογώ και γενικά αποφεύγω την πολιτικολογία και μάλιστα την καφενειακού τύπου. Και όχι μόνο εγώ, αλλά και οι φίλοι μου. Στις δύο παρέες, όπου ταχτικά συχνάζω, στους λεγόμενους «Καλλονιάτες», στην Αθήνα και στο «Φιλολογικό Καφενείο» του Μορφωτικού συλλόγου στην Αίγινα, η θεματολογία των συζητήσεων που κάνουμε είναι πολύ μεγάλη, αλλά με σιωπηρή συμφωνία δε συζητούμε για την πολιτική, το ποδόσφαιρο και για οικονομικά θέματα.
Έτσι, και το σημερινό μου σημείωμα δεν έχει σχέση με την πολιτική αλλά με ένα πολύ πιο ενδιαφέρον θέμα: την ισχύ των επιστημονικών θεωριών, γιατί πριν από ένα περίπου μήνα τα ΜΜΕ (το αρκτικόλεξο αυτό πολλές φορές πρέπει να το διαβάζουμε: Μέσα Μαζικού Εκμαυλισμού), με τη σχετική τυμπανοκρουσία, μας πληροφόρησαν πως «ανετράπη η θεωρία της Σχετικότητας του Αϊνστάιν», επειδή ερευνητές ανακάλυψαν πως υπάρχουν νετρίνα που τρέχουν με ταχύτητες μεγαλύτερες από την ταχύτητα του φωτός – οριακή ταχύτητα, κατά τη θεωρία της Σχετικότητας.
Ανεξάρτητα από το αν επιβεβαιωθεί η παρατήρηση των ερευνητών, η θεωρία της Σχετικότητας δεν έχει καθόλου ανατραπεί, για τον απλούστατο λόγο πως στην Επιστήμη δεν υπάρχουν απόλυτες και αιώνιες αλήθειες. Η Επιστήμη προσπαθεί να προσεγγίσει την αλήθεια ασυμπτωτικώς, ξέροντας πως απόλυτες και αιώνιες αλήθειες δεν υπάρχουν. Όταν από τα πορίσματα πειραματικών ερευνών αποδειχθεί ότι δεν συμφωνούν με μια επιστημονική θεωρία, αυτή απλώς αναθεωρείται.
Εδώ ακριβώς βρίσκεται η διαφορά μεταξύ Επιστήμης και Δόγματος. Τα Δόγματα δέχονται πως υπάρχουν πάγιες αλήθειες, με αιώνια ισχύ, που δεν επιδέχονται ούτε αναθεώρηση ούτε αμφισβήτηση, είτε γιατί τις είπε ο Θεός, δια των προφητών και απεσταλμένων του, είτε γιατί τις διατύπωσαν διάφοροι «κλασσικοί» της φιλοσοφίας. Για την Επιστήμη τέτοιες αλήθειες δεν υπάρχουν. Όλα μπορούν να αναθεωρηθούν, μόλις προκύψουν νέα δεδομένα. Αυτό όμως δε σημαίνει πως οι παλαιές θεωρίες ανατρέπονται, αλλά πως η ισχύς τους περιορίζεται σε στενότερα πλαίσια.
Η ανακάλυψη πως το άτομο δεν είναι άτμητο (αυτό σημαίνει ο όρος) δεν ανέτρεψε τη θεωρία του Δημοκρίτου, αλλά περιόρισε την ισχύ της στον ορατό κόσμο, των μικρών ταχυτήτων και θερμοκρασιών και των πεδίων μικρής ενέργειας. Το ίδιο και το έργο του Αϊνστάιν στη Φυσική δεν «ανέτρεψε» το έργο του Νεύτωνα, που εξακολουθεί να ισχύει στον τρισδιάστατο χώρο και σε συνήθεις ταχύτητες. Ούτε η διαμόρφωση των καμπυλόγραμμων γεωμετριών, από τον Λομπατσέφσκι και άλλους, «ανέτρεψε» τη Γεωμετρία του Ευκλείδη.
Αν λοιπόν επιβεβαιωθεί πως υπάρχουν νετρίνα που κινούνται με ταχύτητες μεγαλύτερες από την ταχύτητα του φωτός, η θεωρία της Σχετικότητας δε θα πάψει να ισχύει. Απλώς θα εξακολουθεί να ισχύει για τις ταχύτητες που είναι ίσες ή μικρότερες από την ταχύτητα του φωτός. Γιατί οι διάφορες θεωρίες της Φυσικής και της Χημείας είναι νοητικά εργαλεία, με τα οποία ο άνθρωπος, προσπαθεί να ερμηνεύσει τον κόσμο που τον περιβάλλει. Δεν αποτελούν απόλυτες αλήθειες. Μακρινοί πρόγονοί τους ήταν οι θεωρίες του Ηράκλειτου, του Πρωταγόρα, του Δημόκριτου, του Αρίσταρχου, και άλλων σοφών της Αρχαιότητας.
Είναι πραγματικά άξιο θαυμασμού αν συγκρίνει κανείς τα επιτεύγματα του ανθρώπινου μυαλού με τη μηδαμινότητα του ίδιου του ανθρώπου. Είμαστε όντα που προήλθαμε από την εξέλιξη άλλων κατώτερων βιολογικών ειδών, κατοικούμε σε έναν μετρίου μεγέθους πλανήτη, ο οποίος περιστρέφεται μαζί με άλλους οκτώ, γύρω από ένα μεσαίου μεγέθους αστέρα, που με τη σειρά του ανήκει μαζί με μερικά εκατομμύρια άστρα στον Γαλαξία και υπάρχουν εκατομμύρια τέτοιοι γαλαξίες στο ορατό, από τα όργανά μας, Σύμπαν, γιατί υπάρχουν εκατομμύρια ίσως, μη ορατά ακόμα, Σύμπαντα. Και όμως, αυτό το μικρό όν, με το μυαλό του τόλμησε να διεισδύσει στο απείρως μέγα (όπως είναι ο κόσμος των γαλαξιών) και στο απείρως μικρό (στον κόσμο του ατόμου και των υποατομικών σωματιδίων) και να αναζητήσει τα μυστικά που κρύβουν.
Βεβαίως υπάρχει και η αντίθετη άποψη, που επί αιώνες κυριαρχούσε απόλυτα στα μυαλά των απλών ανθρώπων, σύμφωνα με την οποία τίποτα δεν αλλάζει ούτε εξελίσσεται, πως όλα λειτουργούν με βάση νόμους και κανόνες, που θέσπισε κάποιος Δημιουργός και οι οποίοι από τότε λειτουργούν αναλλοίωτοι. Παλαιότερα, οι υποστηρικτές αυτών των θεωριών δίδασκαν πως η Γη είναι επίπεδη και βρίσκεται στο κέντρο του Σύμπαντος και λίγο έλειψε να παραπέμψουν τον Κολόμβο στην Ιερά Εξέταση, γιατί ζήτησε να πορευθεί στους αντίποδες, την ύπαρξη των οποίων απέρριπταν, εν τω πλήθει της σοφίας τους, ο Ιερός Αυγουστίνος και ο Άγιος Λακτάντιος. Δεν είναι αστείο: Το ζήτησε ο ίδιος ο εξομολόγος της βασίλισσας Ισαβέλλας.
Όσο για τον μεγάλο σοφό της Αναγέννησης, τον Τζορντάνο Μπρούνο, που υποστήριζε πως υπάρχουν εκατομμύρια κόσμοι σαν τη Γη, η Εκκλησία έκρινε πως ήταν αιρετικός, διότι οι απόψεις τους προϋπέθεταν την ύπαρξη ανάλογου αριθμού θεανθρώπων σωτήρων και τον έκαψε ζωντανό, αφού του ξερίζωσε τη γλώσσα που έλεγε τις βλασφημίες αυτές!
(στη φωτογραφία, ο Αϊνστάιν μόλις άκουσε οτι καταρρίφθηκε η θεωρία του :-p )
Μου αρέσει αυτό:
Μου αρέσει! Φόρτωση...
Posted in Γνώμες και σχόλια, εφημερίδα "Εμπρός", εγκυκλοπαιδικές σελίδες | Με ετικέτα: Αϊνστάιν, Δημήτρης Σαραντάκος, Εμπρός, Τζορντάνο Μπρούνο, θεωρία της Σχετικότητας | Leave a Comment »
Posted by tofistiki στο 20/10/2011
Άρθρο του Δημήτρη Σαραντάκου
που δημοσιεύτηκε στο Εμπρός, στις 18/10/2011
Μια που στο προηγούμενο σημείωμά μου είχα καταπιαστεί με τις εξελίξεις σε ξένες χώρες (Ισλανδία, Αργεντινή κ.α.), ας μου επιτρέψετε να σας πω δυο κουβέντες για το Αφγανιστάν.
Αφορμή γι’ αυτό στάθηκε το διάβασμα ενός αξιόλογου βιβλίου, που τιτλοφορείται «Χαρταετοί πάνω από την πόλη», του Καλέντ Χοσεϊνί (μετάφραση Βαγγέλη Κατσάνη – εκδόσεις «Ψυχογιός»).
Ο συγγραφέας του, που τα τελευταία τριάντα χρόνια ζει στην Αμερική, ανήκει στο πλειοψηφούν εθνικό στοιχείο της χώρας, στους Παστούν, και όπως φαίνεται στην ανώτερη κοινωνική τάξη. Το βιβλίο περιέχει προφανώς πολλά αυτοβιογραφικά στοιχεία και μας δίνει την ιστορία της πολύπαθης αυτής χώρας από το 1973, όταν ανατράπηκε η μοναρχία του Ζαχίρ Χαν, ως τις μέρες μας. Είναι καλογραμμένο βιβλίο και διαβάζεται ευχάριστα. Ο συγγραφέας δεν είναι φανατικός, ούτε θρησκόληπτος, οπωσδήποτε όμως δεν είναι αμερόληπτος. Διαβάζοντας το βιβλίο του διαπιστώνεις την τάση του να προβάλει την εθνική περηφάνεια για τη χώρα του και τους Παστούν, την εθνοτική ομάδα στην οποία ο ίδιος ανήκει.
Ο πατέρας του αφηγητή, που είναι ουσιαστικά η κυριαρχούσα μορφή στο μυθιστόρημα, ανήκε στην άρχουσα τάξη της χώρας και είχε σπουδάσει στο πανεπιστήμιο. Άνθρωπος επιβλητικός και περήφανος, δεν έχασε την αξιοπρέπειά του ούτε την περηφάνεια του, ακόμα και όταν η φορά των πραγμάτων τον κατάντησε μικροπωλητή σε υπαίθρια αγορά μιας μικρής πόλης της Καλιφόρνιας.
Στην αρχή του βιβλίου αναφέρονται, κάπως υπαινικτικά, οι πολιτικές εξελίξεις που ταλαιπώρησαν την πολύπαθη αυτή χώρα, από την εποχή που καταργήθηκε η μοναρχία ως την εποχή της εισβολής των σοβιετικών στρατευμάτων. Στο μεγαλύτερο όμως μέρος του η αφήγηση επικεντρώνεται στη δράση των Ταλιμπάν, των «μαθητών με τα καλάζνικωφ». Ο αναγνώστης εντυπωσιάζεται από το φανατισμό και τη σκληρότητα αυτών των «μαθητών της σοφίας του θεού», που πυροβολούσαν αδιστάκτως όποιον γελούσε ή τραγουδούσε, γιατί το γέλιο, η χαρά και η διασκέδαση είχαν τεθεί εκτός νόμου.
Εκείνο όμως που πραγματικά σε καταθλίβει είναι η μοίρα των γυναικών, στις οποίες η προηγηθείσα αριστερή κυβέρνηση του Μπαμπράκ Καρμάλ είχε παραχωρήσει πλήρη πολιτικά και κοινωνικά δικαιώματα. Όχι μόνο χάσανε όλα τα δικαιώματά τους, αλλά δεν μπορούσαν να ασκούν οποιοδήποτε επάγγελμα, ούτε να κυκλοφορούν ασυνόδευτες. Και φυσικά έπρεπε να είναι θαμμένες κυριολεκτικά στα σκούρα ή μαύρα ρούχα τους.
Παλαιότερα είχα διαβάσει ένα άλλο μυθιστόρημα για το Αφγανιστάν, το «Ένα δέντρο στο κέντρο της Καμπούλ» (έκδοση «Σύγχρονη Εποχή»), γραμμένο όμως όχι από Αφγανό, αλλά Ρώσο, και σαφώς απολογητικό της σοβιετικής εισβολής, την οποία ο καλαμπουριτζής της παρέας μου είχε τότε χαρακτηρίσει «το Αυνανιστάν του Μπρέζνιεφ».
Το Αφγανιστάν ήταν ανέκαθεν χώρα δυσπρόσιτη και ο λαός της περήφανος και ανυπότακτος. Όσοι κατακτητές προσπάθησαν να τον υποτάξουν, νικήθηκαν. Από τους Βρετανούς, που απέτυχαν το 1918 ύστερα από τρεις απόπειρες να εισβάλουν, ως τους Σοβιετικούς, που άδειασαν τη χώρα το 1989 μετά από δέκα χρόνια κατοχής, και ως τους Αμερικανούς, που επίσης ύστερα δέκα χρόνια δεν ξέρουν πώς να βγούνε από την παγίδα που τους έριξε ο Μπους.
Και όμως, για να θυμηθώ τους προσφιλείς μου Αρχαίους, υπήρξε ένας καταχτητής, που ρίζωσε στη χώρα αυτή, που τότε λεγότανε Βακτριανή. Ο Αλέξανδρος! Καταδιώκοντας τα τελευταία λείψανα του περσικού στρατού, ο στρατός του Αλεξάνδρου μπήκε στη Βακτριανή και ακολούθως στη γειτονική Ινδία, φτάνοντας ως τον Ινδό Ποταμό. Μια μεγάλη πόλη του σημερινού Αφγανιστάν, το Κανταχάρ, χτίστηκε από τους Μακεδόνες και το όνομά της θυμίζει τον Αλέξανδρο, μια που οι Άραβες το ονόμαζαν Αλ-Ισκάντερ.
Οι Μακεδόνες, λοιπόν, και μετά την αποχώρηση και το θάνατο του Αλεξάνδρου, έμειναν στη Βακτριανή και τον καιρό των Διαδόχων στερέωσαν εκεί ένα ισχυρό βασίλειο, με επιφανείς βασιλείς, σαν τον Ευκρατίδη, το Στράτωνα, τον Ερμαίο και το Μένανδρο, ο οποίος μάλιστα έγινε βουδιστής και έστειλε Έλληνες βουδιστές ιεραποστόλους ακόμα και στις ελληνιστικές Αίγυπτο και Συρία. Ένα από τα «ιερά βιβλία» του βουδισμού, το «Μιλίντα Πάνια» (δηλαδή τα ερωτήματα του Μενάνδρου), έχει το όνομά του. Θα θυμάστε ίσως και ένα ποίημα του Καβάφη που επιγράφεται «Νομίσματα» και αναφέρεται σε ινδικά νομίσματα «κραταιοτάτων μοναρχών, του Εβουκρατίνταζα, του Στρατάγα, του Μεναντράζα, του Εραμαϊάζα», και τελειώνει έτσι:
«Πώς συγκινείται όμως ο Γραικός,
όταν γυρίσει τα νομίσματα απ’ την καλή πλευρά τους
και διαβάσει ελληνικά ονόματα,
Ευκρατίδης, Στράτων, Μένανδρος, Ερμαίος.»
.
(Αξίζει να δείτε την πολύ όμορφη ταινία «The kite runner«, του Marc Forster, βασισμένη στο βιβλίο του Καλέντ Χοσεϊνί)
Μου αρέσει αυτό:
Μου αρέσει! Φόρτωση...
Posted in Αναδημοσιεύσεις, Ιστορία, εφημερίδα "Εμπρός" | Με ετικέτα: «Χαρταετοί πάνω από την πόλη», Αφγανιστάν, Δημήτρης Σαραντάκος, Εμπρός, Καβάφης, Καλέντ Χοσεϊνί, Ταλιμπάν | Leave a Comment »
Posted by tofistiki στο 14/10/2011
Άρθρο του Δημήτρη Σαραντάκου
που δημοσιεύτηκε στο Εμπρός, στις 11/10/2011
Αν προτιμώ χίλιες φορές να εντρυφώ στο Διαδίκτυο παρά να στήνομαι μπροστά στην τηλεόραση, είναι γιατί στην πρώτη περίπτωση νοιώθω ενεργός πολίτης, ενώ στη δεύτερη παθητικός θεατής ή αποχαυνωμένος καταναλωτής κουτόχορτου. Βλέπετε, τα παπαγαλάκια των Μ.Μ.Ε., δηλαδή των Μέσων Μαζικού Εκμαυλισμού ή Μέσων Μαζικής Εξαπάτησης, μας λένε μόνον όσα τα, αφανή, αφεντικά τους επιτρέπουν να μάθουμε. Για παράδειγμα, διαβάσατε ή ακούσατε από τα Μ.Μ.Ε. για την αληθινή επανάσταση που έχει πραγματοποιηθεί στην Ισλανδία τα τελευταία δύο χρόνια;
Απολύτως τίποτα.
Αντίθετα, τον τελευταίο καιρό βρήκα στο Διαδίκτυο πλήθος μηνυμάτων, με πιο πρόσφατο αυτό που πήρα την περασμένη Κυριακή 2 Οκτωβρίου, από τα οποία έμαθα πολλά και ενδιαφέροντα για την Ισλανδία, τα οποία αγνοούσα. Ακούστε λοιπόν τι πέτυχε ο ισλανδικός λαός, με μεγάλες κινητοποιήσεις, πρωτοφανείς για την ήρεμη αυτή χώρα, και με την ψήφο του!
Πρώτο και κύριο: Πέτυχε το 2008 να παραιτηθεί η κυβέρνηση, ως υπεύθυνη για την κατάρρευση της οικονομίας και την πτώχευση της χώρας.
Δεύτερο: Οδήγησε τη χώρα σε νέες εκλογές το 2009 και με συνεχείς κινητοποιήσεις υποχρέωσε τη διάδοχο κυβέρνηση να εθνικοποιήσει τις τράπεζες, που κερδοσκοπώντας προκάλεσαν την κρίση. Σα συνέπεια άρχισαν συλλήψεις πολλών ντόπιων τραπεζιτών και στελεχών της προηγούμενης κυβέρνησης, ενώ οι ξένοι τραπεζίτες υποχρεώθηκαν να εγκαταλείψουν τη χώρα.
Τρίτο: Έπεισε τον Πρόεδρο της Δημοκρατίας να κάνει τον Μάρτιο του 2010 δημοψήφισμα, στο οποίο με πλειοψηφία 93% ο λαός αποφάσισε να μην πληρωθούν τα χρέη στις τράπεζες του εξωτερικού (κυρίως αγγλικές και ολλανδικές) και να ξεκινήσει δικαστική έρευνα για τις ευθύνες πολιτικών και οικονομικών στελεχών για την κρίση.
Τέταρτο:Επέβαλε την εκλογή Σώματος από 25 απλούς πολίτες, που δεν έχουν καμμιά κομματική ιδιότητα ή εξάρτηση και αποστολή του οποίου είναι να καταρτίσει νέο Σύνταγμα για τη χώρα. Οι 25 αυτοί πολίτες επιλέχθηκαν από σύνολο 522, που είχαν υποδειχθεί από συνελεύσεις του λαού με μόνη προϋπόθεση να τους έχουν υποδείξει τουλάχιστον 30 πολίτες.
Για όλα αυτά τα πρωτοφανή και καθαρά επαναστατικά μέτρα, τα Μ.Μ.Ε. δε μας είπαν τίποτα, δύο χρόνια τώρα. Όπως δε μας λένε τίποτα για το πώς ο Ισημερινός, δηλαδή το Εκουαδόρ, πέτυχε να διαγραφεί το 85% του τεράστιου χρέους του, όπως δε μας λένε τίποτα για την Αργεντινή, την οποία μας αφήνουν να πιστεύουμε πως βρίσκεται στην κατάσταση διάλυσης και χρεωκοπίας τού 2000, ενώ η χώρα έχει ανακάμψει, με δικές της δυνάμεις και έχει κάνει πέρα το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο.
Για να είμαι δίκαιος, για την κατάσταση στην Αργεντινή πληροφορήθηκα πολλά από την τηλεόραση της ΝΕΤ, γιατί το κανάλι αυτό, όπως και το κανάλι της Βουλής και εν μέρει της ΕΤ3, διαφέρουν πολύ από τα υπόλοιπα που τα λέω σκουπιδοκάναλα. Και λιγότερες διαφημίσεις βάζουν (της Βουλής μάλιστα δε βάζει καμμία) και μεγαλύτερη αντικειμενικότητα έχουν.
Πάντως το Διαδίκτυο με τα διάφορα ιστολόγιά του εξελίχθηκε σε σοβαρό αντίπαλο της Τηλεόρασης και μακάρι να μάθουμε να το χρησιμοποιούμε όλοι, για πιο έγκυρη ενημέρωσή μας. Υπάρχει επίσης στο Διαδίκτυο, η Τηλεόραση Χωρίς Σύνορα (www.tvxs) του Στέλιου Κούλογλου, που σας τη συνιστώ εκθύμως. Ευτυχώς που έχουμε τη δυνατότητα να προσφεύγουμε σε εναλλακτικές πηγές πληροφόρησης.
Για να επανέλθω όμως στην Ισλανδία και στους πάντα προσφιλείς Αρχαίους ημών, όπως φαίνεται το νησί αυτό το ανακάλυψε τον 4ο προχριστιανικόν αιώνα ένας Έλληνας εξερευνητής και θαλασσοπόρος, που ήταν επίσης και σπουδαίος μαθηματικός και αστρονόμος: ο Πυθέας ο Μασσαλιώτης.
Ο Πυθέας ξεκίνησε από τη Μασσαλία, ακμάζουσα τότε ελληνική πόλη, αποικία των Φωκαέων, για να βρει δρόμους επικοινωνίας με τις «Κασσιτερίδες νήσους» δηλαδή τη Βρετανία, κύρια πηγή του κασσίτερου, σημαντικής πρώτης ύλης της μεταλλουργίας, δρόμους που να μην ελέγχονται ή απειλούνται από την Καρχηδόνα, κυριότερη αντίπαλο της Μασσαλίας, τότε, στη Δυτική Μεσόγειο.
Πλέοντας όχι παρακτίως αλλά μέσα από τα ποτάμια της Γαλατίας, βγήκε στον Βισκαϊκό Κόλπο, πορεύθηκε προς βορράν, διέσχισε τη Μάγχη, επισκέφθηκε τις ακτές της Ολλανδίας και της Γερμανίας, ήρθε σε επαφή με τους ημιάγριους κατοίκους τους και κατόπιν περιέπλευσε τη Βρετανία, βρήκε τα νησιά του κασσίτερου, διέσχισε τη θάλασσα μεταξύ Βρετανίας και Ιρλανδίας και κατόπιν βγήκε στην Βόρεια Θάλασσα, φθάνοντας τελικά στα πέρατα του κόσμου, στην «Εσχάτη Θούλη», ένα πολύ μεγάλο, ακατοίκητο, νησί στον Κρόνιο ή Πεπηγότα Ωκεανό, όπου ο ήλιος το καλοκαίρι δε βασίλευε ποτέ ενώ τον χειμώνα δεν ανέτειλε στον ουρανό.
Δυστυχώς το βιβλίο «Περί Ωκεανού» που έγραψε ο Πυθέας, στο οποίο εκτός από την αφήγηση της πορείας του είχε καταγράψει σημαντικές επιστημονικές παρατηρήσεις, έχει χαθεί και ό,τι ξέρουμε γι’ αυτό το μάθαμε από μεταγενέστερους συγγραφείς Έλληνες και Ρωμαίους.
Μου αρέσει αυτό:
Μου αρέσει! Φόρτωση...
Posted in Αναδημοσιεύσεις, Επικαιρότητα, Ελευθεροτυπία, εφημερίδα "Εμπρός" | Με ετικέτα: Δημήτρης Σαραντάκος, Ισλανδία, ΜΜΕ, Πυθέας ο Μασσαλιώτης, ενημέρωση, οικονομική κρίση | Leave a Comment »
Posted by tofistiki στο 07/10/2011
Επίκαιρη διασκευή του γνωστού παιδικού ποιήματος
του Ζαχαρία Παπαντωνίου, «ο παπαγάλος»,
από τον Δημήτρη Σαραντάκο
Σαν έμαθε τη φράση «Βάζω φόρους»
ο Μπένι Χιλ σκέφτηκε ξαφνικά
«Βρε είμαι σοφός στα οικονομικά,
αφού έχω μάθει πια τους κύριους όρους»
***
Τη μαύρη τη ζακέτα του φορεί
και στο συμβούλιο των υπουργών πηγαίνει
για να τους πει μια γνώμη φωτισμένη,
μια λύση για την κρίση, τρομερή.
***
Τους βρήκε όλους τους κομπιναδόρους
να συζητάν πώς θα περάσει η μέρα…
ξεροβήχει, κοιτάζει λίγο πέρα
και ύστερα λέει: «βάζω φόρους»
***
Ο λόγος του θαυμάστηκε πολύ.
Πού ήτανε τόσον καιρό κρυμμένος
υπουργός τόσο καταρτισμένος
στη Λόντον Σκουλ οφ Εκονόμικς τη σχολή;
Κυρ Μπένι Χιλ μας, θα ‘χουμε την τύχη
ν΄ακούσουμε πού θα ‘βρεις νέους πόρους;
κι εκείνος τότε, βήχει, ξεροβήχει
μα τι να πει; Ξανάπε: «Βάζω φόρους»
***
Μου αρέσει αυτό:
Μου αρέσει! Φόρτωση...
Posted in Επικαιρότητα, Μεταξύ αστείου και σοβαρού, Ποίηση, οικονομική κρίση | Με ετικέτα: παπαγάλος, φόροι, Δημήτρης Σαραντάκος, Μπένι Χιλ-Βενιζέλος, Παπαντωνίου, μέτρα, οικονομική κρίση | Leave a Comment »
Posted by tofistiki στο 06/10/2011
Άρθρο του Δημήτρη Σαραντάκου
που δημοσιεύτηκε στο «Εμπρός» στις 04/10/2011
Χωρίς αμφιβολία περνάμε μια πολύ σοβαρή κρίση: οικονομική, κοινωνική και πολιτική.
Και όχι μόνο εμείς, αλλά ολόκληρη η Ευρωπαϊκή Ένωση και οι Ηνωμένες Πολιτείες από κοντά. Από εκεί άλλωστε, τις ΗΠΑ, ξεκίνησε, πριν μερικά χρόνια με τη χρεωκοπία τής Lehman Brothers.
Όλοι οι οικονομολόγοι, και όχι μόνο οι μαρξιστές ή οι μαρξίζοντες, συμφωνούν πως οι οικονομικές κρίσεις είναι σύμφυτες με τον καπιταλισμό. Δε θα επιμείνω περισσότερο σ’ αυτό. Εκτός του ότι δεν είμαι οικονομολόγος, δεν είναι αυτό το αντικείμενο του σημερινού σημειώματός μου.
Θα ήθελα να πω δυο κουβέντες για τον τρόπο που αντιμετωπίζεται μια οικονομική κρίση με όλες τις παρενέργειές της στον κοινωνικό και πολιτικό τομέα. Γιατί υπάρχουν πολλοί τρόποι για να αντιμετωπιστεί μια κρίση και πιο συγκεκριμένα η κρίση που βιώνουμε. Θα ήταν πάντως λάθος να επιδιώξουμε να προσεγγίσουμε την κρίση με παραδοσιακά βασικά κριτήρια, περιμένοντας μια γενικότερου-παγκοσμίου χαρακτήρα λύση της, ένα εκσυγχρονισμένο «Σχέδιο Μάρσαλ» να πούμε. Θα ήταν επίσης λάθος να προσεγγίσουμε την κρίση με την ιδιοτέλεια μιας προσωπικής εξόδου από την κρίση, του τύπου «ο σώζων εαυτόν, σωθήτω».
Ας θυμηθούμε τι κάναμε παλιά. Ας πάρουμε διδάγματα από την ιστορία μας. Χωρίς αμφιβολία η γερμανική κατοχή τού 1941 – 1944 προκάλεσε πολλαπλή κρίση που χτύπησε την πατρίδα μας σε όλους σχεδόν τους τομείς: Στον εθνικό – η χώρα διαμελίστηκε, μεγάλες περιοχές της προσαρτήθηκαν στη Βουλγαρία και την Ιταλία. Στον οικονομικό – εξαναγκαστήκαμε να «δανείσουμε» τη Γερμανία με υπέρογκα ποσά, που ουδέποτε μας τα επέστρεψαν και το εθνικό νόμισμα έχασε κάθε αξία από τον πρωτοφανή πληθωρισμό. Στον κοινωνικό – εξαθλιώθηκαν τεράστιες μάζες του πληθυσμού, ολόκληρες περιοχές δοκιμάστηκαν από το λιμό, ενώ ταυτόχρονα μια χούφτα αδίστακτων κερδοσκόπων έκαναν τεράστιες περιουσίες, που τις απολαμβάνουν ακόμα οι απόγονοί τους. Και όμως δεν το βάλαμε κάτω. Οργανωθήκαμε, αντισταθήκαμε, επιβιώσαμε.
Όπως έλεγε ένα ποίημα που γράφτηκε τότε (και που δυστυχώς δεν θυμάμαι τον ποιητή του)
Ήταν που μας δέσαν το κορμί
Ήταν που μας πήραν το ψωμί
– κλέψανε το σάλιο από το στόμα –
Ήταν που μας πνίξαν τη φωνή,
τύραννοι, φονιάδες μακρινοί,
που μας ματοκύλισαν στο χώμα
Τότε, στο σκοτάδι το βαθύ,
που ‘λεγες: το παν έχει χαθεί,
τότε μες στο ρίγος του θανάτου,
ήρθες, σάμπως άνοιξης πνοή
ήρθες, σα μυριόστομη βουή,
σαν αητός, που ανοίγει τα φτερά του.
Άρχισε η Αντίσταση. Και η Αντίσταση δεν ξεκίνησε με τουφέκια. Αυτά ήρθαν πολύ αργότερα.
Η Αντίσταση ξεκίνησε με την αλληλεγγύη και την αρωγή στους αδύνατους. Ξεκίνησε επίσης με την τόνωση του ηθικού του λαού, για να ξαναβρεί την αυτοπεποίθηση και την αισιοδοξία του. Τότε ακριβώς έγραψε ο Δημήτρης Γληνός το αθάνατο βιβλίο του «Τι είναι και τι θέλει το ΕΑΜ».
Τώρα θα μου πείτε, γιατί αραδιάζω αυτά τα γνωστά και εν μέρει τετριμμένα; Γιατί μέσω του διαδικτύου μού ήρθε ένα πολύ αισιόδοξο ηλεκτρονικό μήνυμα. Λέγεται «Ελληνικές ετικέτες» και περιλαμβάνει εκτεταμένο κατάλογο εκατοντάδων χρήσιμων και απαραίτητων προϊόντων, που παράγονται στην Ελλάδα, καθώς και των επιχειρήσεων που τα παράγουν. Εκεί βρίσκεται το ζουμί και μόνο έτσι θα βγούμε από την κρίση: με τη δουλειά μας, επιστρέφοντας στη γη και παράγοντας χρήσιμα προϊόντα. Και, κοντά στο νου, παύοντας να εισάγουμε ό,τι θα μπορούσε να παραχθεί εδώ.
Οι παλαιότεροι θα θυμάστε ένα τηλεοπτικό σποτ, της δεκαετίας τού ’80, τον «Εισαγόμενο», που έδειχνε έναν τύπο καλοπερασάκια, που αφού καμάρωνε για τα ρούχα που φορούσε, που ήταν όλα εισαγόμενα, στηνόταν κατόπιν στην ουρά του γραφείου ευρέσεως εργασίας.
Λοιπόν, μπορεί να σας φανεί απίστευτο, αλλά το σποτ αυτό σταμάτησε να προβάλλεται με εντολή υπουργού της κυβέρνησης Παπανδρέου. Του μπαμπάκα, βεβαίως βεβαίως.
Η εικόνα προέρχεται από παράνομο έντυπο της εθνικής αλληλεγγύης του ΕΑΜ, από το http://mauroflight.wordpress.com
Μου αρέσει αυτό:
Μου αρέσει! Φόρτωση...
Posted in Ιστορία, Περιοδικό, εφημερίδα "Εμπρός", οικονομική κρίση | Με ετικέτα: Δημήτρης Σαραντάκος, ΕΑΜ, Εθνική Αντίσταση, αλληλεγγύη, οικονομική κρίση | Leave a Comment »